Thursday, January 28, 2010

Πατριδογνωσία

από το νομό Σερρών
Είναι μουτρωμένοι, γιατί τα οδοφράγματα με τα τρακτέρ θα τους καθυστερήσουν.
Τα λεωφορεία των ΚΤΕΛ αραίωσαν ήδη τα δρομολόγια: κάθε δίωρο. Κάτω από τον πλαστικό θόλο του σταθμού υπεραστικών συγκοινωνιών "Μακεδονία", έχει κιόλας αρχίσει το κρύο που υπόσχονταν από μέρες οι μετεωλογικές Πυθίες. Γέμισε το όχημα. Φορτωμένος κι εγώ με τις αποσκευές του γνωστού ταξιδιού που γράφω στο χάρτη σαν το εκκρεμές το βουτηγμένο στη μελάνη κάθε εξάμηνο. Λίγο πέρα από το Δερβένι αρχίζει η παράκαμψη και ακόμα περισσότερο περιπλέκεται έξω από τις Σέρρες. Αρχίζουμε την ανάβαση από όμορφους στενούς δρόμους κι έχω την εντύπωση πως πολλά χωριά δεν τα είδα ποτέ σε μια φύση καταπράσινη και επιτονισμένη από τα γυμνά κλαδιά κάποιων φυλλοβόλων, φύση που από ανατροφή την αναγνωρίζω ως όμοια με εκείνην των εκδρομών μας: Άσσηρος, Ξυλόπολη, Λαχανάς, Ευαγγελίστρια, Δημητρίτσι, Τερπνή, Σκούταρι, Σέρρες, Εμμ. Παππάς, μετά το μαγικό Παγγαίον Όρος, χιονισμένο και σχεδόν αλπικό. Μπήκαμε πια στο νομό: Παλαιοχώρι, Ελευθερούπολη, Καβάλα. Σύνολο τρεισήμισι ώρες γεμάτες εικόνες και στροφές.
Παγγαίον όρος στο νομό Καβάλας πια
Παρατηρήσεις: μετά την πρώτη ώρα άρχισαν να χτυπούν (βαρούν , βροντούν, ντιντινίζουν, παιανίζουν, κελαηδούν, χασκογελούν) τα κινητά. Οι συνεπιβάτες περιγράφουν με όρους τραγωδίας την περιπλάνηση στα χωριά. Μετά από άλλη μισή ώρα, ανταποδίδουν την κλήση. Στις δυόμιση ώρες αρχίζουν να ξεφυσούν, να βρίζουν τους αγρότες, να καταριούνται την ώρα και τη στιγμή που δόθηκαν ελευθερίες και δικαιώματα. Καθένας κι ο Μεταξίσκος της ψυχής του. Δε χάρηκαν ούτε την άφιξη: είχαν τόσο καθυστερήσει και φοβούνταν ότι έπρεπε να αλλάξουν το πρόγραμμα του απογευματινού καφέ. Προσωπικά το θεώρησα ως δώρο: είχα ξεχάσει τα απόκεντρα, πόσο όμορφο είναι το χορτάρι τέτοιον καιρό, πώς είναι οι χειμώνανθοι κι άλλα μυριστικά στις αυλές, πόσο σπουδαίο είναι να μην έχεις καμιά βιαστική υποχρέωση, τίποτα τόσο επείγον που να σε τυφλώνει. Συνέχισα για την κωμόπολή μου κι όταν έσυρα τα τροχούλια της βαλίτσας μου, ήταν σα να τραβούσα λίγο προς τα κάτω το σκοτάδι του βραδιού, γύρω στις πέντε, μια υγρή κουρτίνα βελούδινη...

Labels: , , ,

Friday, January 15, 2010

Ασύχναστοι δρόμοι το βράδυ...


Εκεί που την ημέρα δεν ακούς ούτε καν την αναπνοή σου από το θόρυβο των αυτοκινήτων, των λεωφορείων, των μηχανών, των ψιθύρων των άλλων περαστικών που εν-δυο, εν-δυο προς κάποιο χρέος παρελαύνουν, τη νύχτα αντιλαμβάνεσαι περισσότερα και βλέπεις λεπτομέρειες στο ασύχναστο τώρα πέρασμα. Όποιος έχει ιδέαν από την ανθρωπογεωγραφία της αστικής θλίψης, ξέρει ότι στη γωνία Αλεξάνδρας και Πατησίων, εκεί στις παρυφές του Πεδίου του Άρεως, δε θά'βρει νηφαλιότητα, ούτε τα αλαφροπατήματα των τακουνιών της Σκουφά. Ο εποχούμενος σε κρατική μοτοσυκλέτα αστυνομικός διαπληκτίζεται με διαβάτη που περπατα στην άκρη του δρόμου, ζαλισμένος ποιος ξέρει από τι... "Τι κάνεις ρε μαλάκα; Πάνε στην άκρη μαλάκα! Δε βλέπεις το πεζοδρόμιο μαλάκα;" Σκέφτεται προς στιγμήν να σταματήσει "για τα περαιτέρω". Ο διαβάτης συνεχίζει να κατεβαίνει το δρόμο κάτι απαντώντας, μέσα απ'τα δόντια του. Ο αστυνομικός σκέφτεται την καθυστέρηση που θα του προκαλούσε η διερεύνηση "των περαιτέρω" κι εκνευρισμένος κάνει παράνομα αναστροφή και συνεχίζει στην αντίθετη κατεύθυνση μαρσάροντας.
Ποικιλίες κατσαπλιάδων και τραμπούκων πάντα ευδοκιμούσαν στην Ελλάδα για ιδιαίτερους λόγους: η ψυχοπαθολογία της οικογένειας, η ανάγκη αυτοβεβαίωσης σε δύσκολα κοινωνικά περιβάλλοντα της υπαίθρου. Μα ήταν αυτοδίδακτες . Δε χρειαζόταν να τελειώνουν ακαδημίες που χρηματοδοτούνται απ' τους φόρους όσων περιλούζονται με τον τίτλο του κατά συρροήν μαλάκα.

Labels: , ,

Tuesday, January 12, 2010

B


Δεν είναι μόνο οι αξιολογήσεις και οι απειλές αξιολόγησης από τους ξένους μεγάλους χρηματοπιστωτικούς οίκους που επιμένουν στο εν λόγω Β της αλφαβήτου, όταν μιλούν για μας και μαλώνουν με πόσα Β αρμόζει να μας στολίσουν, τι πρόσημο να βάλουν και πότε. Είναι η γενικότερη εντύπωση εθισμού στο "δεύτερο". Στο ανεκτό για την ώρα.
Θυμάται κανείς τον Ed Wood του Tim Burton (1994) και ιδιαίτερα τη σκηνή που ο παρηκμασμένος Bela Lugosi (τον ερμήνευε υπέροχα ο Μάρτιν Λάνταου) παλεύει με το λαστιχένιο τεράστιο χταπόδι κι επειδή ο μηχανισμός έχει χαλάσει αναγκάζεται να ερμηνεύει και ταυτόχρονα να σείει το ψεύτικο τέρας; Κάπως έτσι, σε κλίμακα χώρας. Ό,τι δε μας εξυπηρετεί, μεταρρυθμίζεται: μερεμετίζεται είναι ο σωστός όρος και μετονομάζεται. Ό,τι μετονομάζεται και δυσλειτουργεί, καλλωπίζεται και ιστορικοποιείται: ο ταλαίπωρος ο Καποδίστριας δεν ευδοκίμησε στο Ελληνικόν ούτε ζωντανός ούτε πεθαμένος. (Το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο περιέχει μια από τις σκανδαλώδεις χρήσεις του ονόματός του για κάτι άσχετο προς το εκπαιδευτικό του όραμα.) Η αναδιάρθρωση του διοικητικού χάρτη της χώρας πήρε το όνομά του και μάλιστα εξακολουθητικά: Καποδίστριας Α και Β. Συσσωρεύτηκαν απλώς δυσαρέσκειες, μεταφέρθηκαν γραφεία, έγιναν προσλήψεις και ανακαλύφθηκαν κατόπιν σχεδόν αργόμισθοι ανώτεροι λειτουργοί. Δε μας βόλεψε ο Κυβερνήτης; Δεν πειράζει, έχουμε ονόματα: όλα τα σχέδια ανάγκης, οι αμυντικές ασκήσεις του στρατού παίρνουν κλασικά ονόματα ή ελληνιστικά κι, εντελώς κατ'εξαίρεση, βυζαντινά: Τώρα ο Καλλικράτης γίνεται ο νέος κωδικός της διοικητικής επισκευής. Όχι και πολύ γνωστός αλλά κάτι είχε να κάνει με τον Χρυσό Αιώνα του Περικλή. Μερεμέτισε (ο αγαπημένος όρος της πραγματικότητάς μας) τα τείχη και συμμετείχε στα σχέδια του Παρθενώνα. Επιτέλους, η σωστή περίοδος...
Έτσι, κυματίζουμε το λαστιχένιο χταπόδι.
Δε μας πειράζει που είμαστε Β, γιατί αυτά είναι λόγια των άλλων, των εχθρών.
Και κυματίζοντας το λαστιχένιο χταπόδι, ευαγγελιζόμαστε τη νέα Ελλάδα ως Νέα Καλλικράτεια, μπετόν, ομπρέλες στην άμμο, ξενοδοχεία με σπάταλες πισίνες πενήντα μέτρα δίπλα απ'το νερό. Για τους πολίτες της, ένα οικογενειακό κι άχρωμο Bed and Breakfast που συντομογραφείται ως ΒΒ.

Labels:

Friday, January 08, 2010

Κείμενα στο χιόνι

Συχνά στην ειδησεογραφία μένω με την εντύπωση πως είναι επίτηδες συγκερασμένη, ώστε να φτιάχνει στο σέικερ του μυαλού κάποιο αξεδιάλυτο μείγμα πραγματικότητας, εξωτικής παραδοξότητας και παρηγοριάς: υπονοεί το συμπέρασμα πως "υπάρχουν και χειρότερα" και "σ' ευχαριστώ Θεούλη μου". Δεν είναι κακή η τεχνική κι ας είναι ύποπτης ποιότητας το είδος αναγνωστικής απόλαυσης που δημιουργεί. Το ίδιο αποτέλεσμα- αυτήν την ένοχη χαρά του ζειν μπερδεμένη με λυπημένη ενσυναίσθηση- γεννούν και οι μεγάλες κινηματογραφικές παραγωγές με θέμα τις φυσικές καταστροφές και μόνη τους καλλιτεχνική επίτευξη τα ειδικά εφφέ. Παρόμοια και οι παραγωγές ζωντανού κοινωνικού προβληματισμού: άθλιοι ή εξαθλιωμένοι που λένε τον πόνο τους, προσκομίζουν φωτογραφίες ή τα σακατεμένα ψυχικά παιδιά τους ως αποδείξεις και δέχονται τηλεφωνήματα σε "πραγματικό χρόνο" υβριστικά, καταγγελτικά ή συμφιλιωτικά.
Το πρωί, διαβάζοντας τα νέα στο διεθνή Τύπο, έμαθα για τις πολικές θερμοκρασίες στη Βρετανία , τη Σκανδιναβία και την Ιρλανδία. Έπειτα, είδα νοερά τα σώματα των δέκα άστεγων ανδρών στη Γερμανία που πέρασαν εν μιά νυκτί τις κρύες πύλες του θανάτου και τους συνέδεσα με τους 122 που είχαν φέτος την ίδια τύχη στην Πολωνία. Θυμήθηκα και τα αντίστοιχα στις ρωσικές πόλεις. Σκεφτόμουν ότι ο αριθμός τους υπερβαίνει προς στιγμήν εκείνον των θυμάτων από τη νέα γρίπη. Τίποτα καινούργιο βέβαια: αφού η φτώχεια και η αναισθησία των οικονομικά προηγμένων κοινωνιών είναι οι διαρκείς πανδημικές νόσοι, για τις οποίες υπάρχει εμβόλιο αλλά κι εδώ όλοι είναι διστακτικοί να το χρησιμοποιήσουν.
Μα κάτι σημαίνει να βρίσκει κανείς ακριβείς αναπαραγωγές της Πείνας του Knut Hamsun εκατόν είκοσι χρόνια αργότερα.

Labels: ,

Sunday, January 03, 2010

Από ευγενέστερα στάδια
















Λιζέλ Μύλλερ,

Γιατί λέμε ιστορίες

1.
Επειδή κάποτε είχαμε φυλλώματα
και, τώρα, τις μέρες τις υγρές

νιώθουν οι μυώνες μας το τράβηγμα,
αλγεινό πια, από καιρούς που οι ρίζες
μας έμπηγαν στερεότερα στο χώμα

Κι επειδή πιστεύουν τα παιδιά μας
πως μπορούν, αν θέλουν, να πετάξουν, πεποίθηση ενστικτώδης
από καιρούς που οι βραχίονές μας
είχαν το σχήμα άρπας
και συμπτύσσονταν
καλαίσθητα κάτω απ' τα φτερά τους

Κι επειδή προτού αποκτήσουμε τους πνεύμονες

ξέραμε με ακρίβεια πόσο απέχει ο βυθός

έτσι που κυματίζαμε με ανοιχτά τα μάτια,
ίδιοι ζωγραφιστά υφάσματα στο σκηνικό
του ονείρου, κι επειδή ξυπνήσαμε

και μάθαμε να μιλάμε.

(Μτφ. Βασ. Οικονομίδης)

Labels: , , ,