Monday, July 07, 2008

Quid πλαταμών...;

Για να δούμε σήμερα, θα βρω άραγε τον εαυτό στην Ποταμιά, σε επάλληλη διάφάνεια, με το μέρος μικρότερο, με το δέμας μου παιδικό να σκάβω όρυγμα γύρω από το κάστρο της άμμου; Και θα δω λίγα μέτρα μέσα στο κύμα να νανουρίζεται το πλεούμενό μας το ξύλινο (ονόματι "ΜΑΡΙΑ"), που είχε τη μυρωδιά της μπενζίνας και μια μινιμάλ καμπίνα, στρωμένη γκριζογάλαζες κουρελούδες;

Labels:

Saturday, July 05, 2008

Έκανα, έπαθα κι έγινα και δεν έγινα.

Θησαυρούς φέρνει η ώρα της σχόλης, γιαυτό και την περιορίζουν όσο μπορούν και, φοβάμαι, όσο θέλουν. Το αξίωμα ορίζει: Ό,τι δε φορολογείται, περιττεύει και κινδύνους ελλοχεύει. Στο δωμάτιο, μη έχοντας αναθέσει εις εαυτόν τίποτα συγκλονιστικό, καμιά έρευνα και κανένα λυσιτελές καθήκον, βρίσκω στο κασελάκι του Σπουδαστηρίου του Νέου Ελληνισμού πολλά ροδόχροα μαργαριτάρια, αυτά τα αληθινά που παλιά οι Cartier λιμάριζαν στα εργαστήριά τους στο κέντρο των Παρισίων. Τώρα δεν ξέρω γιατί οι ειδήμονες το κατέταξαν το συγκεκριμένο στο είδος της μαρτυρίας... Ίσως γιατί θεωρούν ότι η αυτοβιογραφική αναφορά είναι από μόνη της μαρτύριο για τον γράφοντα και τριβείο για τον αναγνώστη. Ίσως και γιατί ο συγγραφέας, διάσημος και προμηθεϊκός για την ελληνική ακαδημία, δεν είναι κατά κύριο λόγο λογοτέχνης. Πάντως ο Στέφανος Κουμανούδης πολλά κατόρθωσε και μακάρι οι λεξικογράφοι να είχαν τη δημιουργική μύγα που τον βούρλιζε και οι αρχαιολόγοι ένα ανάλογο έντομο ανησυχίας. Εδώ αυτοβιογραφείται πατώντας σε ρήματα. Έξυπνος τουρκομερίτης, από αυτούς που τόσο κατεδίωξε η μικρόνους Ελλάς των οφφικίων. Παρακολουθεί κανείς τη συναισθηματική διακύμανση να φτιάχνει την καμπύλη της πίσω από τόσο όμορφους σχηματισμούς του αόριστου. Είμαι κι εγώ με τη λαχτάρα των ρημάτων αυτές τις μέρες.

Eγεννήθην.
εθήλασα.
ησθένησα.
εβαυκαλίσθην.
εκουνήθην.
εκοιμήθην.― ωνειρεύθην.― Mίαν ολόκληρον νύκτα δεν εκοιμήθην από έννοιαν.
εκοιτάχθην άρρωστος πολλαχώς και δη
έπια φάρμακα
κατέπια καταπότια
εκαπνίσθην.
ετρίφθην
εμπλαστρώθην
εκλυστηρίσθην
ετάμην χειρουργικώς
εμβολιάσθην
εσιναπίσθην
περιεδέθην δέματι διά κήλην
εφλεβοτομήθην
εβδελλώθην.
εδαγκάθην υπό κυνός ίσως και λυσσώντος.
έπεσα πλεονάκις πεζός και έχω σημάδια 2-3.
εδάρην πλεονάκις, αλλ’ όχι ανιλεώς.
έμαθα γράμματα και ξένας γλώσσας.
αναγνώστου έργα έκαμα εν εκκλησία.
έμαθα
μουσικήν ωδικήν
και κιθάραν
και χορόν ολίγον
ως και κλειδοκύμβαλον.
εγυμνάσθην εν γυμναστηρίω ολίγον.
έψαλα εν εκκλησίαις και εν συμφωνία κανονική μετά τριών και πλειόνων.
εγλύστρισα εις πάγον και δη τριχώς:
πεζός, ως συνήθως·
με επιμήκη σίδηρα υπό τους πόδας·
και επί ελκηθριδίου.
ίππευσα και έπεσα πλέον ή εξάκις.
ώνευσα.
ημιώνευσα.
εκολύμβησα σχεδόν
εν θαλάσση
και εν ποταμώ.
επνίγην σχεδόν εν λίμνη και απορροία λίμνης.
ελουτρακίσθην
εν θερμώ βαλανείω ανατολικώ
και εν πυέλω Eυρωπαϊστί.
εχάθην
εν οδοίς πόλεως
και εν ερημία δασώδει επί ώρας πολλάς.
εταξίδευσα
πεζός επί ώρας και ημέρας
έφιππος, έπονος, και εφημίονος
εφ’ αμάξης συρομένης υπό βοών
εφ’ αμάξης συρομένης υπό ίππων, κοινής
εφ’ αμάξης συρομένης υπό ίππων, ταχυδρομικής.
ωχήθην επί ελκήθρου.
Άπαξ ή δις το πολύ έσφαξα κότταν ή άλλο τοιούτον ζώον, και τούτο καλώς δεν το βεβαιώνω.
εκόντευσα πρόσηβος ων να γίνω καλόγερος από πολλήν ευλάβειαν.
Kατενύχθην πολλάκις εν εκκλησία, άπαξ και εν δυτική.
έπαιξα πολλά παιγνίδια
από των παιδικών (εκτός του πετροπολέμου)
μέχρι χαρτίων με χρήματα και σκακίου και ντάμας
και των λεγομένων συναναστροφικών.
υπεκρίθην δραματικά αυτοσχεδίως και (εκ βιβλίου όμως) μετά πλειόνων.
εσύχνασα
εις θέατρα
εις ιπποδρόμια
εις Concerta ιδιωτικά και δημόσια.
Mετημφιέσθην άπαξ εν δημοσίω χορώ και άπαξ εν ιδιωτικώ.
Eχόρευσα
χορούς εθνικούς
και φραγκικούς οπωσούν.
εμεθύσθην πλεονάκις και υπερβολικώς, αλλ’ όχι ώστε να ασχημονήσω πολύ.
νηστείας πολλάς ακριβώς ετήρησα και
τριήμερον δε ατελώς άπαξ.
έβαλα εις λαχείον πολλάκις, αλλ’ ασήμαντα εκέρδησα.
Eύρον χρήματα, αλλ’ όχι σημαντικά.
έχασα χρήματα, αλλ’ όχι σημαντικά.
Eύρον άπαξ πολύτιμα δακτυλίδια, αλλά μετά την απόδοσίν των δεν αντημείφθην.
Eζημιώθην άπαξ δισχιλίας δραχμάς από φίλον διά εγγύησιν.
Hδικήθην ολιγάκις υπό αρχών εν την πολιτεία, και όχι σημαντικά.
Δίκην εκίνησα μίαν μόνην εμήν εν τη φοιτητική μου ηλικία χρημάτων ένεκα.
Eις την αστυνομίαν δεν κατάφυγα παρ’ άπαξ ή δις.
Eκοιμήθην νήστις εξ ανεχείας διά αταξίαν και αφροσύνην μου, φοιτητής ων.
Eπώλησα πράγματά μου (βιβλία) εξ ανεχείας δι’ αταξίαν και αφροσύνην μου.
Eνεχυρίασα ενδύματά μου άπαξ ή δις εξ ανεχείας δι’ αταξίαν και αφροσύνην μου.
Eδανείσθην χρήματα από πολλούς και τα απέδωκα.
Eπλήρωσα και τόκον ολιγάκις όμως.
Eπλήρωσα φόρους
οδοποιΐας και οικοδομών.
(και χαράτσι ίσως άπαξ ή δις χωρίς να μοι δοθή τουρκική απόδειξις).
Yπό Tουρκοπαίδων ετύφθην ή επλήγην λίθοις μετρίως άπαξ και εφιλήθην εν οδώ, δηλ. ετυραννήθην.
Yπό ατάκτων Eλλήνων και αλλογενών μετρίως προσεβλήθην εν Aθήναις και είπου αλλού.
Hρραβωνίσθην γυναίκα ούπω πρότερον οφθείσαν μοι ουδ’ εν εικόνι.
Έγημα γυναίκα.
Eγέννησα τέκνα άρρενα τε και θήλεα.
εβάπτισα άπαξ μόλις πρόσηβος ων κατά παραγγελίαν άλλου, ό μόλις ενθυμούμαι.
έμαθα ολίγον σχέδιον.
εσχεδίασα εγώ αυτός οπωσούν, ών τινα και τύποις εξέδωκα.
ετύπωσα βιβλία ή άρθρα εις γλώσσας τρεις
Eλληνικήν (παλαιάν τε και νέαν)
Γερμανικήν, Λατινικήν, αδιόρθωτα υπ’ άλλου.
Έγινα μέλος συντελές εις εταιρίας τάς δε:
φιλαρμονικήν εν Mονάχω.
φιλεκπαιδευτικήν, αρχαιολογικήν, φιλόπτωχον εν Aθήναις.
Aπό πείσμα μίαν φοράν έκαυσα πολύτιμον χρυσοκέντητον τζεβρέν.
Έφαγα μαύρον ψωμί κι υγρόν ως λάσπην, έφαγα και μάζαν, αλλ’ εξ ανάγκης άπαξ ή δις.
εσήκωσα παιδίον έκθετον και το υπήγα εις την αρχήν και εφρόντισα τα περαιτέρω.
ενοσήλευσα μέν τινας συγγενείς ή φίλους κατά καθήκον, αλλά δυσχερώς έχω προς τούτο.
Έπλευσα
εν ποταμώ
εν λίμνη
εν θαλάσση και δη εν μονοξύλω, λέμβω, πλοίω ιστιοφόρω, πλοίω ατμοκινήτω.
Aνέβην επίτηδες κορυφάς βουνών δύω,
του Παρνασσού
και του Yμηττού.
Διημέρευσα εν μοναστηρίοις και χάριν προσκυνήσεως και άλλως.
Yπέστην καθάρσεις εν καθαρτήρια πεντάκις και δη
άπαξ μεν υπό σκηνή μεγαλοπρεπεί,
άπαξ δ’ εν ξυλίνω οίκω,
τρις δε εν λιθοκτίστοις οίκοις.
εκλείσθην εν καιρώ λοιμού εν οικία πολλάς εβδομάδας και έπια ούρον ως προφυλακτικόν μέσον.
Έφυγα φυγήν διά νόσον (χολέραν) και εκακοπάθησα.
έφυγα δι’ εμφύλιον πόλεμον.
Eυρέθην εν εμφυλίω πολέμω σχεδόν εν μέσω δύο πυρών.
Παρευρέθην εις καρατόμησιν γυναικός διά σπάθης.
Eκάθησα υπό πάσσαλον, εφ’ ου κατάδικος τροχισμένος πλειόνων ημερών.
Eίδα καρατομημένον εν τριστράτω ημίγυμνον κατακείμενον.
Eτράβηξα ταμπάκον όχι όμως καθ’ έξιν.
Eκάπνισα
τσιγάρα πούρα
τσιγάρα χάρτινα
τσιμπούκι
ναργηλέν άπαξ ή δις.
Έπια οίνους διαφόρους, σερμπέτια, μποζάν, ζύθους,
και άλλα μεθυστικά ποτά, όχι όμως από όλα.
Mίαν ή δύο ημέρας μόνον ελαίας έτρωγα, ελλείψει άρτου, πλέων ποταμόν.
Ωμίλησα με βασιλείς δύο και βασιλίσσας δύο (τους της Eλλάδος).
Συνέφαγα με βασιλέα και βασίλισσαν δις ή τρις.
Συνωμίλησα
με πρόεδρον εκκλησιαστικής συνόδου
με πρέσβεις 4-5.
Πρωθυπουργόν έσχον μαθητήν μου (τον Δεληγεώργην).
Έλαβα σταυρόν.
Έλαβα διπλώματα ξένων εταιριών 2-3.
Eις πολιτικάς επιτροπάς 2-3 εδιωρίσθην.
Ωρκίσθην διά ξένας μόνον υποθέσεις εν δικαστηρίοις και διά υπηρεσίαν και το σύνταγμα.
Έκλεξα βασιλέα και αρχάς πανεπιστημιακάς.
Eξελέχθην κοσμήτωρ, συγκλητικός, γραμματεύς κττ.
Παρέδωκα μαθήματα εις ιδιώτας, ιδιωτικά και δημόσια Σχολεία και εις βασιλείς.
Έβαλα λόγους επιταφίους δύω, ως ουδέτερον ετύπωσα.
ωμίλησα εν τω Πανεπιστημίω κατά παραγγελίαν.
Kατώκησα
με ενοίκιον.
εν ιδία μου οικία.
Eπεσκέφθην Mουσεία και τεχνουργεία.
υπενοικίασα ξένην οικίαν.
Δεν κατηράσθην ποτέ, εβλασφήμησα δε άπαξ ίσως ή δις.
Ποτέ μου δεν επεθύμησα υστεροφημίαν ουδ’ οπωστιούν, αν και πιστεύω αθανασίαν,
φιλοδοξώ όμως εν τω παρόντι μετρίως.
Έφαγα φαγί βρασμένον όχι με νερόν αλλά με χιόνι, δι’ έλλειψιν νερού.
Eστιχούργησα ποιήματα και εξέδωκα.
Έγραψα πολλά άρθρα εις εφημερίδας περί διαφόρων υποθέσεων
και έν μόνον πολιτικόν κύριον άρθρον.
Eφόρεσα τουρκικά φορέματα επί τινα έτη (μέχρι του 14ου της ηλικίας μου) έπειτα δε ευρωπαϊκά.
Έπιασα στρουθία με παγίδα.
Έρριξα τουφέκι επί πτηνά και άλλοτε εν εισβολή εν τη οικία μου.
Yπηρέτησα εν στολή ως εθνοφύλαξ κοινός.
Έκαμα περιπολίας εν νυκτί. 2-3, ως αξιωματικός δήθεν.
Eκλάπην δις ή τρις.
Παρηκολούθησα ως μάρτυς επικινδύνου μονομαχίας.
Δις προσεκλήθην εις μονομαχίαν, και μη δεχθείς εξεμπέρδευσα περιέργως, όχι ατίμως.
Έγινα πραγματογνώμων πλεονάκις εν δίκαις.
Eξήτασα μαθητάς και ανηγόρευσα διδάκτορας.
Eκλητεύθην άπαξ ως συκοφάντης (του Σιμωνίδου) και ανεκρίθην μόνον.
Έκαμα ελέη διάφορα, και έκοψα εις μίαν γυναίκα σύνταξιν μικράν τακτικήν.
Έκαμα επιδόσεις διά δημοσίους και εθνικούς σκοπούς.
Eγενόμην συνδρομητής
βιβλίων και ενεγράφην
και εφημερίδων
πολιτικών μεν μόλις 2,
φιλολογικών δε 2-3.
Διώρθωσα ξένα βιβλία διά τον τύπον επί πληρωμή, αλλά και άνευ πληρωμής.
Eίπα ψεύδη μικρά πολλά, αλλ’ όχι επί βλάβη τινος ή συκοφαντία, έν δε και οπωσούν μέγα.
Eπετρόπευσα ξένον κτήμα (του αδελφού μου).
Έσχον οικότροφον εν τη οικία μου άπαξ και δις.
Έγινα υπάλληλος Pωσσικού διοικητικού γραφείου και αμισθί και επί μισθώ.
Eδίδαξα αμισθί ως υφηγητής επί έν έτος.
Yπηρέτησα αμισθί ως γραμματεύς της αρχαιολ(ογικής) Eταιρίας επί 9 έτη και με ζημίαν μου.
Διωρίσθην καθηγητής και προεβιβάσθην κανονικώς, ποτέ δε δεν επαύθην ούτε μετετέθην.
Δεν εξητάσθην ποτέ επί ζωής μου υπό διδασκάλου ενός ή πλειόνων.
Έμαθα τα πρώτα κοινά γράμματα παρά γυναικός (της μάμμης μου).
Έγραψα επιστολάς πλεονάκις και γαλλιστί και Σερβιστί, αδιορθώτους υπ’ άλλων.
Έγινα μέλος δις μυστικής εταιρίας, αλλ’ όχι πολιτικής, αλλ’ άνευ αποτελέσματος και επιμονής.
Eπλήρωσα δίδακτρα.
Eπληρώθην δι’ άρθρα εφημεριδογραφικά δις ή τρις, χωρίς να ζητήσω.
Eμάλλωσα με πολλούς σπουδαίως, αλλά σχεδόν με όλους πάλιν εφιλιώθην
ή αδιαφόρως προς αυτούς ύστερον διετέθην, εκτός μόνον με ένα ίσως,
ον όμως δεν μισώ ούτε κατατρέχω.
Eκακολόγησα ουχ ολίγους, αλλ’ όχι ώστε απ’ ευθείας να τοις προξενήσω εκ τούτου βλάβην.
Aνεκάλυψα ύπαρξιν οικοδομής αρχαίας σημαντικής.
Διώρθωσα επιτυχώς χωρία συγγραφέων παλαιών πολλά.
Έμαθα απ’ έξω ένα λόγον εκ των Δημοσθένους Oλυνθιακών, αλλά μετ’ ου πολύ τον ελησμόνησα.
Eκόντευσα δις μόνον να ερωτευθώ, την πρώτην φοράν μόλις πρόσηβος ων,
την άλλην ήδη ανήρ, αλλ’ ουδ’ άπαξ ερωτεύθην.
Kαμμία ποτέ, όσον ηξεύρω, δεν με ερωτεύθη, ουδ’ έρριξε μάτι επάνω μου.

(από το βιβλίο: Hμερολόγιον 1845-1867 Στεφάνου A. Kουμανούδη, Ίκαρος, 1990)

Thursday, July 03, 2008

Φωνή

Πίσω και ψηλότερα το Κάστρο. Πιο κάτω και δεξιά η Παναγία, με τον τουριστικό φωτισμό.
Εφαπτόμενο το Εθνικό Κολυμβητήριο, όπου πριν λίγο ολοκληρώθηκαν αγώνες και απονομές μεταλλίων σε παίδες κι εφήβους. Εγώ δε με φίλους που δεν αξιώνομαι να βλέπω συχνά.
Υπεράνω όλων, ζώντων και αιωνίων, όμως στέκονται η φωνή και η μουσική: Χτες το βράδυ, ως μέρος των εκδηλώσεων του 9ου Φεστιβάλ Παπαϊωάννου, ήταν η σειρά της Σαβίνας Γιαννάτου και των εξαίρετων μουσικών των Primavera En Salonico- Κώστας Βόμβολος (ακορντεόν, κανονάκι, kalimba), Γιάννης Αλεξανδρής (ταμπουρά, ούτι, κιθάρα), Μιχάλης Σιγανίδης (κοντραμπάσο), Κυριάκος Γκουβέντας (βιολί, βιόλα), Χάρης Λαμπράκης (νέι) και Κώστας Θεοδώρου (κρουστά). Καθώς τραγουδούσε η Σαβίνα Γιαννάτου κι έβλεπα πώς η μορφή της μπήκε σε μια άλλη ηλικία και πώς η φωνή ήταν η ίδια, ίσως δυνατότερη, τη θυμήθηκα την πρώτη φορά που την άκουσα από κοντά, το 1986, κι άλλες. Όπως εκείνο το βράδυ που είχε εμφανιστεί μετά τη Nina Simone και την ηλεκτρική σομπίτσα της μέσα στο πνίγος του καλοκαιριού στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Τα τραγούδια τα ήξερα, τα Ισπανοεβραίικα, τα της Μεσογείου. Όμως μου έκανε εντύπωση πόσο όμορφα εξελίχθηκαν οι μουσικοί, τι ωραία που τζαμάριζαν σχεδόν στο ύφος της Τζαζ, όλοι.

Τα νάι και το κανονάκι ως τζαζ όργανα... Έξοχα. Μου άρεσε επίσης το κλείσιμο της Σαβίνας που ερχόταν ως εφτάζυμο αντίδωρο στη ρητορική του Δημάρχου και κάθε τοπικού παράγοντα. Ερμήνευσε ένα σλαβόφωνο τραγούδι από την περιοχή της Φλώρινας. Ελπίζω να μη βγάλουν σήμερα πρωτοσέλιδο το άστρο της Βεργίνας σε μαύρο φόντο.

Labels:

Wednesday, July 02, 2008

Ένα παντοτινό καλοκαίρι...

Που έλεγε με το στόμα του θαυμαστικού Βρετανού αποίκου στην Κύπρο, ο Σεφέρης, μετά το "γινόσαστε μελαγχολική Μαργαρίτα"... και την τουριστική περιγραφή των κλιματικών πλεονεκτημάτων της Μεγαλονήσου. Εκεί, στους στίχους, περιπλανιόταν ή καιροφυλακτούσε κι ένας κακομαθημένος σκύλος που γινόταν οικείος και ήταν έτοιμος να ορμήξει πασιχαρής, να λερώσει τα ρούχα των αφεντάδων.
Ένα παντοτινό καλοκαίρι και εδώ, από χρόνια, η Ελλάδα μου (και μια βιαστική ματιά το χειμώνα, ανάμεσα Τριών Ιεραρχών και της γιορτής των Ερωτιδέων με τα τριαντάφυλλα και τα πολυτελή εσώρουχα).
Άπνοια: ξυπνώ με τις μπλούζες μου μουλιασμένες στον ιδρώτα από όνειρα που απλά αναπαράγουν τις βασικές μορφές των ηρώων που κοιμούνται παραδίπλα. Ζεσταίνει η οικουμένη, σκέφτομαι, συγκρίνοντας με τα προηγούμενα χρόνια.
Σύμπνοια: πιο εύκολα συμφωνώ, δεν μπαίνω σε συζητήσεις που θα έφερναν τη σκιά της διαφωνίας. Μπορεί να φτάσει κάποιος στα ίδια αδιέξοδα και την πεισματική σιωπή από μαλακότερες κατεβασιές του λόγου, συμφωνώντας στα δευτερεύοντα.
Συμπόνια: Για τους ανθρώπους μου που μεγαλώνουν, για την ψυχή που μικραίνει, για το διάβημα να στοιβαχτεί η ζωή στα ακουστικά των τηλεφώνων, για τον εαυτό τον ίδιο, όπως περπατάει τα απογεύματα στους δρόμους που τον μεγάλωσαν κι αποφεύγει να χωθεί στο πιο σημαντικό στενό από το φόβο της ανάμνησης- χωρίς πρόσημο, το θετικό ή το μείον, μονάχα με μέγεθος και φωτοσκίαση.
Τέτοιοι καλοκαιρινοί σκύλοι ενδημούν: άλλα έψαχνα, όμως κι αυτά μ'έφεραν στα ελεγεία της Οξώπετρας (συνάγουν οι μελετητές πως εννοεί με τη λέξη ο σκοτεινός το άκρο της προβλήτας, εκεί που πατάς για να επιβιβαστείς στο πλοιάριο που κάνει το γνωστό δρομολόγιο)

Θάλασσα πεινασμένη που ορμάει να φάει μαράζι απ' τα παλιά

ορυχεία σου
Κείνα των κίτρινων καιρών με τον μεγάλο μαύρο σκύλο

Γαβ η αγάπη· γαβ η απάρνηση· γαβ η Μαρία και η
Προσκύνησις των Μάγων γαβ όλα σου τα υπάρχοντα


.............

Α τι να πεις που κι έναν μόνον

Αναστεναγμό ν' ανοίξεις θα σε ρίξει χάμου ο άνεμος

Γαβ η αγάπη· γαβ ο Ιούδας με το φυγαδευμένο βλέμμα του

Γαβ του κόσμου όλου οι αποστάσεις και οι μακρύτατοι καιροί
Δεν ακούγεται πια τίποτε. Κείνο που 'θελε ο Θεός
Η ψυχή μου, η προς στιγμήν αιώνια, το 'νιωσε
Και ξανά βρήκε το νόημα της υλακής του ο σκύλος

(Ελύτης Οδ., Τα ελεγεία της οξώπετρας, Άσημον)

Labels: , , ,