Tuesday, July 02, 2013

Σκιές το καλοκαίρι.

Πιο ανέτοιμους μας βρίσκουν τα τραγικά νέα. Τα καλά με προσοχή τα ετοιμάζουμε κι αν δεν το ομολογούμε από φόβο δεισιδαίμονα, καθόμαστε κάτω από το δέντρο της ζωής μας ή αντίκρυ από το δέντρο της ζωής του άλλου και περιμένουμε μήπως ωριμάσει κανένας καρπός χαράς ή δικαιοσύνης ή εκπλήρωσης. Τα τραγικά έρχονται με πολλούς τρόπους: τηλέφωνο απογευματινό, βραδινή διάδοση των νέων, μια σειρά πυκνογραμμένη σε είδηση ή άρθρο. Τίποτα πιο οδυνηρό από την παράλογη διαταραχή στο χρόνο της λογικής: να φύγει πρώτα ο νέος. Μαθαίνω λοιπόν το χαμό του Παντελή. Δεν τον θυμάμαι, δεν τον ήξερα με τον τρόπο που φιλοτεχνεί η τάξη και η διδασκαλία. Μόνο θυμάμαι τη μικρή μας στιχομυθία καθώς μου παρέδιδε το γραπτό του πριν τρεις εβδομάδες. Λόγω συνωνυμίας με μια μαθήτριά μου, τον ρώτησα αν ήταν αδελφός της. "Όχι κύριε, δεν είμαστε αδέρφια". Μόνον αυτό θυμάμαι, την ευγενική φωνή.
 
 Τώρα σκιές πέφτουν στα πράγματα: στο θρανίο που προτιμούσε, στην πολυκατοικία που ανεβοκατέβαινε, στο μάρμαρο που άφησε εν μέσω αγοραπωλησιών το άνθος της τελευταίας του κίνησης. Έπειτα αρχίζει να ακούει κανείς ερμηνείες ή εικασίες. Ίσως θα αρκούσε
να λυπάται για τις σκιές.