Wednesday, January 31, 2007

Απολλώνιο το όνειρο

Σε μιαν εποχή που οι θρησκείες άλλαζαν, σε καιρούς που τα αριστουργήματα σωριάζονταν σε ερείπια κι όμως ακόμη οι πείσμονες αμετάλλακτοι δεν παράτησαν (ακόμα) τις παλαιές τους συνήθειες βρέθηκα απόψε. Ήμουν σε όνειρο που φαινόταν μακρύ κι αινιγματικό. Ήμουν σε τεράστιο ναό, πιο πολύ κι από ελληνικό: σε ένα ρωμαϊκό μεγαθήριο, ή, ίσως, κάτι άλλο, το Ναό του Σολομώντος, αλλά μπορεί και σε ένα αρχιτεκτόνημα σύμφωνα με τις οριενταλιστικές φαντασιώσεις των χαρακτών του ύστερου 19ου αιώνα. Σώζονταν ακόμα τα πατώματα, οι διπλοί και τρίδιπλοι όροφοι, οι κίονες μαρμάρινοι κι εντυπωσιακοί θεόρατοι: μπορεί κορινθιακά θεριά, μπορεί και με του λωτού την κεφαλή. Η οροφή ήταν πια σχεδόν κατεστραμμένη, με το φως του μεσημεριού να εισδύει από ανοίγματα και πεσμένα κεραμίδια ή πέτρινες φολίδες. Για να περάσω προς τα πάνω, ανέβαινα κεκλιμένα επίπεδα, όπως στην Αγία Σοφία, στην Κωνσταντινούπολη. Βρέθηκα δίχως να θυμάμαι πια το λόγο, ενδεχομένως για μια λατρευτική ανάγκη ή για περιήγηση στο μνημείο προτού εγκαταλειφθεί ολότελα ή μετατραπεί σύμφωνα με τις επιταγές των καιρών και της νέας ροπής στις θεωρίες περί σωτηρίας και παντοτινού. Πριν μπει ο σοβάς με τις αγιογραφίες και το νέφος των μαρτύρων (θα απαιτούνταν πολλοί για να καλυφθεί τόση έκταση, τόσοι τοίχοι φτιαγμένοι με τον απλό και, έτσι, κλασικό τρόπο της ισοδομίας). Εκεί βρέθηκα ανάμεσα σε θαυμαστικούς θαμώνες που με περιέβαλλαν με συμπάθεια και κάποιου είδους φθόνο. Τυχεράκια, σα νά΄λεγαν, να ήξερες ποιανού την αγάπη έχεις!... Ποιανού; Ποιος είναι αυτός ο κάπως μακρυμάλλης που προπορεύεται με την τέλεια μύτη και το χαμόγελο που έμοιαζε μισοειρωνικό, μισοερωτικό και τον ακολουθούσαμε σαν τα ημερωμένα αγρίμια; Γυρνούσε και με κοιτούσε και μου πετούσε από καμιά κουβέντα, ρωτώντας πώς μου φαίνονταν όλα αυτά. Σα να ήθελε να με ξεμοναχιάσει για κάποιου είδους κατήχηση στην ομορφιά. Και με το σταθερό μου ήθος ως προς το συγκεκριμένο τον ακολουθούσα ανεβαίνοντας. Εκείνος γρήγορος, μα κι εγώ αποφασιστικός και αθλητής της ανηφόρας από πίσω του. Επιτέλους κάποτε κατάλαβα, αν δε μου το είπε κιόλας έξω από τα δόντια. Ήταν ο Απόλλων. Ήθελα να τον ρωτήσω για την υγεία του πατέρα μου, ήθελα να τον παρακαλέσω σχετικά, μα δε νομίζω τελικά να βρέθηκε η περίσταση. Γιατί ο επιφανής θεός μου σιγοψιθύριζε ολοένα, κάποτε με έπιανε από τον ώμο, μη αφήνοντας ευκαιρίες και σαν η όλη σκηνη του ανηφορίσματος να ήταν ό,τι κι ό,τι είχε να πει και να δείξει. Σε λίγο πρέπει να πάω στο μικροβιολογικό εργαστήρι για τα αποτελέσματα κάποιων μετεγχειριτικών εξετάσεων κι έπειτα στο νοσοκομείο. Μια αλλιώτικη Θεσσαλονίκη ομολογουμένως, κι ας έχω την Πελαγία και το Μιχάλη κοντά μου, με τη γενναιόδωρη διαθεσιμότητά τους.

Saturday, January 20, 2007

the night which...


it rains
it rains
it rains
more than "it is raining"
more than "through rain and wind the city tells you good-bye"

after some hours with the continuous script
that the drops leave on the sketchy main streets
one cannot be using present continuous

tomorrow it will become statistical feature-
the percentage of fullness at the dams
counted on promising millions of cubic meters

for now, though, it rains
and
my grief (a mixture of stress, limitations, distance)
does not melt in the way salt does
does not melt in the way of sugar.

It insists keeping the texture
of the black stone
on which the thunderbolt made its mark

Added to the hieroglyphic alphabet of birds. And their kin.

I prepare for my departure, I gave over my luggage already. Except the one I always carry with me. Except the one I cannot get rid off, words, a constant whisper.

Monday, January 08, 2007

Ziggy-day

The newspaper: a Sundays consumer in Thessaloniki, a mischievous compass during the first period in Amman, a silent habit at the highway coffee shop of Mecca Str., an eye reliever, a mind snack, a shield of privacy, a blessed PhD supporter, a promise for knowledge, a gratifier of common-place. The Web made me even more sceptical towards it, since i could get the same ambiguous results through the monitor and at no extra cost. But I still keep some real newspaper day per week. As for today, I went through many moods while reading it through and through:
-that poor Egyptian lady that was granted a divorce (what a gain...), once the husband declared that he cannot stop using at home the air-freshener which causes allergy to her. "I have been accustomed in using it".
-the ugly game with the gaz bottles in Amman, that keeps me in relative cold, because the industrialist wants to profiteer b(it is a monopoly for the time being).
- the photos from Iraq (with students in a state of shock and a man holding his bleeding leg)
And then the reminder:
David Bowie has his birthday today, he gets 60. One can hardly believe that Ziggy Stardust got 60. The man who has been inventing his legend and creates stories with the consistency of mythology in brevis. I remembered Olga claiming in her serious voice that anyone who likes him and his songs is a potential schizophrenic. She did not present any justification/explanation for that, so it should be accepted under the value of an axiom. Let it be so:

David Bowie - Sunday Lyrics (heathen, 2002)

Nothing remains
We could run
when the rain slows
Look for the cars or signs of life
Where the heat goes
Look for the drifters
We should crawl under the bracken
Look for the shafts of light on the road
Where the heat goes

Everything has changed
For in truth, it's the beginning of nothing
And nothing has changed
Everything has changed
For in truth, it's the beginning of an end
And nothing has changed
And everything has changed

[first voice]
In your fear
Of what we have become
Take to the fire
Now we must burn
All that we are
Rise together
Through these clouds
As on wings

[2nd voice]
In your fear, seek only peace
In you fear, seek only love
In your fear, seek only peace
In you fear, seek only love
In your fear, in your fear
As on wings
This is the trip
And this is the business we take
This is our number
All my trials, Lord
Will be remembered
Everything has changed
------
I adore it, i adore the music, and his voice. And the remix of Mobby I like.

Saturday, January 06, 2007

Small additions, moderate distortions


Το ξαναείπα αλλά δεν πειράζει λίγη επανάληψη. Η δουλειά στην Ιορδανία μου έφερε τον πονοκέφαλο των συνεντεύξεων. Στην αρχή ήταν εκείνη η καλή κοπέλα από τη Θεσσαλονίκη που ήρθε μέσα στο καταχείμωνο και καταταλαιπωρήθηκαν να γυρίσουν το οδοιπορικό τους. Έπειτα άλλοι. Το πιο ενδιαφέρον και αστείο ήταν πέρσι με την Ιορδανική Τηλεόραση για το πρωινό πρόγραμμα της Παρασκευής, που εμφανίστηκα από τον εναέριο διάδρομο της Φιλοσοφικής καλημερίζοντας το έθνος.
Τώρα, στις 3 του Ιανουαρίου, καθώς ο Μάλεκ οδηγούσε το αμάξι του για να δει την καινούργια γέφυρα του Αμπντούν με τις υπόγειες συνέχειές της, μια άλλη φωνή ήρθε πάλι από τη Θεσσαλονίκη, από το Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων. Ζητούσε κάποιες επιπλέον πληροφορίες για μια έκθεση δραστηριοτήτων που περιήλθε στην κατοχή της. "Ευχαρίστως...", είπα. Αποτέλεσμα; Χτες βράδυ έδινα συνέντευξη σε ελληνικό ραδιοφωνικό σταθμό για τους ομογενείς της υφηλίου, σε έναν έξυπνο δημοσιογράφο με φωνή καλού μαθητή, ευγενέστατο άνθρωπο. Σήμερα βρήκα κι ένα κείμενο ως ακολούθως. Όλα καλα, χρυσό μου κορίτσι, ναι, πράγματι είπα όσα σταχυολόγησες, μα όχι ότι η ελληνική θα αποβεί η δεύτερη ξένη γλώσσα για τους Ιορδανούς μετά τα αγγλικά.
Το καλό ήταν ότι με είδε η μαμά σε ένα πρόγραμμα που βιντεοσκοπήθηκε την παραμονή των Χριστουγέννων στην αίθουσα της Μητρόπολης, στη Σουεφίγιε. Κι όταν της μίλησα πάλι από τα καλώδια, αυτό το πρωί, βρήκα πως είχε λίγη χαρά που με είδε σε κινούμενη εικόνα. Μα ήταν τόσο ταλαιπωρημένη από ίωση, που τέλειωσε βιαστικά τη συνομιλία μας. "Ζαλίστηκα λιγάκι, τώρα". Και το ξέρω καλά το "λιγάκι" της

Friday, January 05, 2007

Ιατροί Θαυματουργοί

Ευτήχησα στη ζωή μου να είμαι αργός και δυσπροσάρμοστος. Ίσως να έφταιγε το νερό που τροφοδοτεί το υδρευτικό δίκτυο της γενέθλιας κωμόπολης. Διότι ήταν νερό από τον "Παράδεισο": έτσι λέγεται το χωριό με τις πηγές που μας δρόσιζε κι ελπίζω να συνεχίζει να το πράττει, έστω και μπολιασμένο με άλλους κρουνούς ή ετερώνυμες βρύσες. Έτσι, με πρόγευση παραδείσου, πολύ αμφέβαλλα για το συρμό. Όταν έγινε της μόδας η εξειδικευμένη ιατρική, στράφηκα με προσήλωση στον οικογενειακό ιατρό που συνταγογραφεί με περίσκεψη και μέτρο και ξέρει τα χρόνια προβλήματα της οικογένειας απ'έξω. Αυτός ο εξαίρετος άνθρωπος- Σάμιος, από τα μέρη της γιαγιάς μου, Μόρτζος το όνομά του- με μάγεψε χάρη στην επιμονή με την οποία διενεργεί την τελετουργία της εξέτασης. Όλα και με τη σειρά. Και το καρδιογράφημα έρχεται προς το τέλος, η ψηλάφηση των αδένων, τα πάντα, έτσι κι αλλιώς είναι ένα τσεκ απ που λένε, χωρίς συγκεκριμένη αιτία πέρα από την αυτάρεσκη διάθεση να ακούσω πως όλα πάνε καλά, προς το παρόν... Γιατί τον υπολήπτομαι τόσο; Γιατί, μολονότι δεν έχει χρόνο να σηκωθεί από την καρέκλα και να βγει από την πόρτα, έχει ανοιγμένο μπροστά του πάντοτε κάτι ενδιαφέρον. Την τελευταία φορά είχε τα Ανοιχτά Χαρτιά του Ελύτη. Άλλοτε κάποιο μυθιστόρημα. Έτσι, με τόσες ιδέες και πλοκές στο κεφάλι του, με τόση ανατομία του λόγου, πιάνει το σφυγμό και μεταφορικά.
Έτσι κι ο φίλος μου ο Αργύρης, αφοσιωμένος κι εκείνος στη γενική ιατρική, με τις λαμπρές σπουδές του και τις υπεύθυνες επιλογές του, είναι από τους λίγους που βλέπω να περπατούν αυτόν τον καλό δρόμο. Μου στέλνει σχεδόν κάθε δεύτερη μέρα μια σύσταση δικτυακού τόπου με κάτι λογοτεχνικό ή καλλιτεχνικό. Σήμερα, μόλις προ ολίγου, κάποιες έξυπνες σκέψεις για τον Παπαδιαμάντη. Πιο πολύ χαίρομαι που είναι ταυτόχρονα καλοί στη δουλειά τους κι όταν συμβεί κάτι άσχημο και τύχει να είναι εκείνοι που θα με πορέψουν προς το "διδώ", θα έχω κάτι ενδιαφέρον να κουβεντιάσω, κάτι που να μου αλαφρύνει τη διάθεση.

By the way, Pheras the Restless, sent me an sms concerning the voting for the New 7 Wonders of humanity, suggesting that I should vote for Petra. One may go and visit www.new7wonders.com, the registration and voting do not take much of time. But please, for the sake of these lines of raving, do not ommit to include Acropolis among your choices. It is bright, simple, classical, decadent, vilified, glorified, kitsch-ified, consumed, eternal in daylight, delicate in starlight, it is a wonder. I voted for Acropolis, Pyramids, Petra, Haghia Sophia, Colosseum, Alambra, and a Sido Temple in Japan. Do the same and I am sure cupids and angels will be protecting you forever and ever.

Wednesday, January 03, 2007

who goes through the folia of time...

Η Αγαθή Δημητρούκα νομίζω έγραψε τους στίχους για "Της Ιστορίας το ποδήλατο". Εκείνη μάλλον έγραψε αυτό που μου ήρθε στο νου, ενώ επέστρεφα την άλλη μέρα από τη δουλειά στο σπίτι πεζοπορώντας ανάμεσα στους θορύβους της πόλης.
"Έτσι και περάσει ένας χρόνος
άλλα χιόνια πέφτουν στα βουνά.
Έτσι και περάσει ένας χρόνος
ξεχωρίζει η αλήθεια απ'την ψευτιά.

Πάνω κάτω, πέρα δώθε
μας πηγαίνεις κόσμέ νόθε
μια στη νύχτα, μια στο φως
μια στη γη και μια στα σύννεφα." Καμιά φορά ανησυχώ ότι, όπως ξεπηδούν αυτά τα δανεικά λόγια, τα έχω κιόλας ασυναίσθητα προσαρμόσει χωρίς να κάνω τίποτα σπουδαίο, παρά μεταβάλλοντας (ή να το πω αλλοιώνοντας;) μια λέξη εδώ, μια κατάληξη εκεί.
Μέρες που είναι, μέρες που τελειώνει το πενθήμερο Αϊντ αλ Άντχα (φέτος σχεδόν συνέπεσε με την Πρωτοχρονιά) και τα καλικαντζαράκια ετοιμάζονται για τη μεγάλη έκπληξη της αγιαστούρας και της άτακτης υποχώρησης στον κόσμο της Ευρυδίκης, ας μιμηθώ τα λαϊκά περιοδικά με τις φωτογραφικές εξορμήσεις τους.
Γιατί φτάνεις, ως συνήθως, με το πρώτο σκοτάδι της βραδιάς στο μεγάλο παζάρι της Δαμασκού, στη Χαμιντίγιε, κι είναι οι άνθρωποι μιλιούνια στην κεντρική στοά και στους παράδρομους. Ψωνίζουν δώρα για την αυριανή περίσταση, ρούχα, καινούργια παπούτσια ή κάνουν έναν περίπατο με φίλους να πάρουν λίγο από την αίσθηση της γιορτής. Κάτω πια, κοντά στο Μεγάλο Τζαμί, κορυφώνεται το κέφι με τα καταστήματα που πουλούν χρυσές κι ασημένιες γιρλάντες και ομοιώματα της Κά'αμπα από χρυσόχαρτο, απ'όπου ξεπηδούν κορδόνια γυαλιστερά, όπως οι πύρινες γλώσσες σοφίας και λυτρωμού στις απεικονίσεις της Πεντηκοστής ή στο παράδοξο σκηνικό της Μεταμόρφωσης. Φαίνονται οι διακοσμητικές επάλξεις του Τεμένους, όπου στέκονταν χιλιάδες περιστέρια. Οι νέοι και τα παιδιά αρχίζουν άξαφνα να σφυρίζουν και το σμήνος ξεκινά βαρύθυμο την τρομαγμένη πτήση του καταλήγοντας στο ίδιο σημείο.

Έπειτα, το πρωί της μέρας του μποναμά, αρχίζει η βασιλεία των παιδιών.
they rush to spend the money they got from their elder male relatives -eidyyeh-, in all possible ways. But the start must give a nice taste (they will smoke their cigarettes later, with the style of a movie star). Here they are, tasting the juice of toot (blackberry), a thick frosted mass of fruit diluted in tap water and ice. What is the social profile of the market? Well, the shops seem to be the most reliable in town, clothes are not cheap and the variety is immense. Head scarves, traditional dresses, antiques, curtains, buttons, candles, spices. One can see wealthy families purchasing their goods from there. But then, there is alway this parallel world. Temporary stands, piles of stuff sold on a blanket spread over the cobbled road. This is a market for poor families and adventurous children. Many colours. The owners of the shops do not seem to protest against this reality, because probably the customers for them both are plenty and different.

Τα περιστέρια τώρα γύρισαν, η μεγάλη πύλη του Τζαμιού άνοιξε με τα χρυσά ψηφιδωτά της αυλής (μοτίβα φυτικά της εποχής της εικονομαχίας). Είναι πρωί. Πάλι τα παιδιά. Στην πλατεία (χτες τη νύχτα είχε σκεπαστεί από λεπτό πάγο κι ένα μηχανημα του δήμου έφερνε δαιμονισμένο στροφές για να τον σπάσει, κάνοντας την επιφάνεια να αστράφτει από χάντρες τριμμένου πάγου) τώρα μαζεμένοι κυρίως οι μεγάλοι γιοι με τα μικρά τους αδέρφια: παρακολουθούν και βοηθούν τους μικρούς τους όμοιους καθώς ανεβαίνουν σε κάτι μικρά χειροποίητα αμαξίδια με πεντάλια, σιδερένια, κομψοτεχνήματα της ηλεκτροκόλλησης. Μισοφαίνεται ένα στην εικόνα. Παζαρεύουν για τη σειρά τους και για την τιμή. Η περιπέτεια εκτείνεται σε νοητό κύκλο λίγων μέτρων και διαρκεί ένα δυο λεπτά με τους οδηγούς να παρακάμπτουν τους πολλούς αργόσχολους ενήλικες, σαν κι ελόγου μου.
Evening- soft darkness again. The owner of the coffee-shop has ascended to his throne, a nicely decorated wooden armchair. He takes a photocopied book on his lap. I thought it would be some preaching or recitation of quranic verses (anyway the prayers from the mosque kept reaching us loud, clear and melodical). But all of a sudden I realize that he recites dramatizing a version of the qasidah of Antar and Ablah, waving at points his iron sword and clanging it on his special metallic table, according to the deeds of Antar. The audience reacts theatrically "OOOOH!!!" and "AHHHHH!!!". For the foreigners, he points at the embroideries he has framed behind him, explaining: "Antar-Romeo", "Ablah-Juliette", and my mind goes to Panaretos and Erofili in their own tragical circustances of romance. Or Erotokritos and Aretousa. The story takes me more to Hortatzis, but the popular appeal and the visualization of the heros more to Kornaros. I enjoyed in the sincere way of a child.
Καλή χρονιά το λοιπόν.