Wednesday, January 03, 2007

who goes through the folia of time...

Η Αγαθή Δημητρούκα νομίζω έγραψε τους στίχους για "Της Ιστορίας το ποδήλατο". Εκείνη μάλλον έγραψε αυτό που μου ήρθε στο νου, ενώ επέστρεφα την άλλη μέρα από τη δουλειά στο σπίτι πεζοπορώντας ανάμεσα στους θορύβους της πόλης.
"Έτσι και περάσει ένας χρόνος
άλλα χιόνια πέφτουν στα βουνά.
Έτσι και περάσει ένας χρόνος
ξεχωρίζει η αλήθεια απ'την ψευτιά.

Πάνω κάτω, πέρα δώθε
μας πηγαίνεις κόσμέ νόθε
μια στη νύχτα, μια στο φως
μια στη γη και μια στα σύννεφα." Καμιά φορά ανησυχώ ότι, όπως ξεπηδούν αυτά τα δανεικά λόγια, τα έχω κιόλας ασυναίσθητα προσαρμόσει χωρίς να κάνω τίποτα σπουδαίο, παρά μεταβάλλοντας (ή να το πω αλλοιώνοντας;) μια λέξη εδώ, μια κατάληξη εκεί.
Μέρες που είναι, μέρες που τελειώνει το πενθήμερο Αϊντ αλ Άντχα (φέτος σχεδόν συνέπεσε με την Πρωτοχρονιά) και τα καλικαντζαράκια ετοιμάζονται για τη μεγάλη έκπληξη της αγιαστούρας και της άτακτης υποχώρησης στον κόσμο της Ευρυδίκης, ας μιμηθώ τα λαϊκά περιοδικά με τις φωτογραφικές εξορμήσεις τους.
Γιατί φτάνεις, ως συνήθως, με το πρώτο σκοτάδι της βραδιάς στο μεγάλο παζάρι της Δαμασκού, στη Χαμιντίγιε, κι είναι οι άνθρωποι μιλιούνια στην κεντρική στοά και στους παράδρομους. Ψωνίζουν δώρα για την αυριανή περίσταση, ρούχα, καινούργια παπούτσια ή κάνουν έναν περίπατο με φίλους να πάρουν λίγο από την αίσθηση της γιορτής. Κάτω πια, κοντά στο Μεγάλο Τζαμί, κορυφώνεται το κέφι με τα καταστήματα που πουλούν χρυσές κι ασημένιες γιρλάντες και ομοιώματα της Κά'αμπα από χρυσόχαρτο, απ'όπου ξεπηδούν κορδόνια γυαλιστερά, όπως οι πύρινες γλώσσες σοφίας και λυτρωμού στις απεικονίσεις της Πεντηκοστής ή στο παράδοξο σκηνικό της Μεταμόρφωσης. Φαίνονται οι διακοσμητικές επάλξεις του Τεμένους, όπου στέκονταν χιλιάδες περιστέρια. Οι νέοι και τα παιδιά αρχίζουν άξαφνα να σφυρίζουν και το σμήνος ξεκινά βαρύθυμο την τρομαγμένη πτήση του καταλήγοντας στο ίδιο σημείο.

Έπειτα, το πρωί της μέρας του μποναμά, αρχίζει η βασιλεία των παιδιών.
they rush to spend the money they got from their elder male relatives -eidyyeh-, in all possible ways. But the start must give a nice taste (they will smoke their cigarettes later, with the style of a movie star). Here they are, tasting the juice of toot (blackberry), a thick frosted mass of fruit diluted in tap water and ice. What is the social profile of the market? Well, the shops seem to be the most reliable in town, clothes are not cheap and the variety is immense. Head scarves, traditional dresses, antiques, curtains, buttons, candles, spices. One can see wealthy families purchasing their goods from there. But then, there is alway this parallel world. Temporary stands, piles of stuff sold on a blanket spread over the cobbled road. This is a market for poor families and adventurous children. Many colours. The owners of the shops do not seem to protest against this reality, because probably the customers for them both are plenty and different.

Τα περιστέρια τώρα γύρισαν, η μεγάλη πύλη του Τζαμιού άνοιξε με τα χρυσά ψηφιδωτά της αυλής (μοτίβα φυτικά της εποχής της εικονομαχίας). Είναι πρωί. Πάλι τα παιδιά. Στην πλατεία (χτες τη νύχτα είχε σκεπαστεί από λεπτό πάγο κι ένα μηχανημα του δήμου έφερνε δαιμονισμένο στροφές για να τον σπάσει, κάνοντας την επιφάνεια να αστράφτει από χάντρες τριμμένου πάγου) τώρα μαζεμένοι κυρίως οι μεγάλοι γιοι με τα μικρά τους αδέρφια: παρακολουθούν και βοηθούν τους μικρούς τους όμοιους καθώς ανεβαίνουν σε κάτι μικρά χειροποίητα αμαξίδια με πεντάλια, σιδερένια, κομψοτεχνήματα της ηλεκτροκόλλησης. Μισοφαίνεται ένα στην εικόνα. Παζαρεύουν για τη σειρά τους και για την τιμή. Η περιπέτεια εκτείνεται σε νοητό κύκλο λίγων μέτρων και διαρκεί ένα δυο λεπτά με τους οδηγούς να παρακάμπτουν τους πολλούς αργόσχολους ενήλικες, σαν κι ελόγου μου.
Evening- soft darkness again. The owner of the coffee-shop has ascended to his throne, a nicely decorated wooden armchair. He takes a photocopied book on his lap. I thought it would be some preaching or recitation of quranic verses (anyway the prayers from the mosque kept reaching us loud, clear and melodical). But all of a sudden I realize that he recites dramatizing a version of the qasidah of Antar and Ablah, waving at points his iron sword and clanging it on his special metallic table, according to the deeds of Antar. The audience reacts theatrically "OOOOH!!!" and "AHHHHH!!!". For the foreigners, he points at the embroideries he has framed behind him, explaining: "Antar-Romeo", "Ablah-Juliette", and my mind goes to Panaretos and Erofili in their own tragical circustances of romance. Or Erotokritos and Aretousa. The story takes me more to Hortatzis, but the popular appeal and the visualization of the heros more to Kornaros. I enjoyed in the sincere way of a child.
Καλή χρονιά το λοιπόν.

2 Comments:

Anonymous Anonymous said...

Welcome back Kyrie mas, kai xronia polla! :D Mas lepoun ta mathimata ellinika para poly. We hope you enjoyed your trip to Syria, it seems you did :D

P.S. LUMA'S FINALLY GOING TO SYRIA THIS WINTER HOLIDAY!!:D

10:22 PM  
Blogger Vass said...

ε, την Κυριακή θα τα πούμε και θα πούμε κι ένα τραγούδι... (και θα πεις κι ένα τραγούδι: idiomatic expression, meanining- you will do it willing or not- e.g. Θα γυρίσεις στο σπίτι νωρίς και θα πεις κι ένα τραγούδι).
Yeah, at long last, the tree will see its roots. Wise Luma. But, as I keep telling you, go and see the real aspects of it.

7:53 AM  

Post a Comment

<< Home