Friday, October 27, 2006

Δυο στενά παραδίπλα


(Υπαίθρια αγορά στη Δαμασκό: Λίγο πριν από τη Χαμιντίγιε)
[Ο Επίτροπος της Επικρατείας... Αυτός ο επαγγελματικός τίτλος-κατηγόρια από τον αυστηρό λόγο της Απολογίας του Τερτσέτη μού έρχεται πάντα στο νου όποτε τυχαίνει να σκέφτομαι τον μάνατζερ της λεγόμενης εκπαίδευσης (με την όψη "μπαλσαμωμένων δεσποτάδων" στο θώκο του με το τυχάρπαστο διδακτορικό στο ξυλόγλυπτο αναλόγιό αντί του Τετραβάγγελου). Ακόμη κι ο λόγος περί του ανθρώπου αυτόματα παραγεμίζει με επίθετα, τα οποία, αν δε με ξεγελά η μνήμη μου, ο Barthes τα αποκαλεί νεκροφόρες της πρότασης για τους σωστούς λόγους. Τώρα, γιατί ξεκινώ το σημείωμά μου κατά τέτοιο τρόπο; Γιατί κάθε φορά ο μόνος τρόπος που διαθέτει για να επιδεικνύει την τερηδόνα της "ισχύος" του είναι μέσω του ελέγχου των σφραγίδων εισόδου κι εξόδου στα διαβατήριά μας και η αντιπαραβολή των ημερομηνιών με τους πίνακες επισήμων αργιών που προσπαθεί να συντάξει μέσω εγγράφων και μολυβδοβούλων στα οποία ζητά να απαντήσουμε "ΑΜΕΣΑ" (ούτως: κεφαλαιογράμματα και μάλιστα με τονισμένη τη γραμματοσειρά). Έτσι ώστε να επιβληθεί η δίκαιη τιμωρία για όποιον δόλιο αποφάσισε ένα σύντομο ταξίδι αναψυχής ή να υποβληθεί στην ταλαιπωρία της αποδείξεως του αυταπόδεικτου- ότι, δηλαδή, ζούμε σε μουσουλμανική χώρα κι ακολουθούμε στην εργασία μας το μουσουλμανικό εορτολόγιο. Η ικανοποίηση αυτού του τραγικωμικού ήρωα που ξεπηδά από τις σελίδες του Συμβολαιογράφου του Ραγκαβή είναι η στιγμή της μακροθυμίας: "Σας καταλαβαίνω συνάδελφε. Μόνον εγώ σας νιώθω. Γιαυτό και δε σας παραπέμπω σε ΥΔΕ, απλώς προβαίνω στο ελάχιστο, στην περικοπή επιμισθίου". Φυσικά, σ' εμένα δεν έχει απλώσει τα δακτυλιδοφορεμένα πλοκάμια του εξαιτίας του καθεστώτος της δουλειάς μου κι επειδή ίσως υποψιάζεται ότι όλα θα τελείωναν ωραία με δημοσιεύσεις στον Αθηναϊκό Τύπο κι ακροαματικές διαδικασίες σε δικαστικές αίθουσες. Γενικά η υπομονή μου έχει λιγοστέψει με τα χρόνια και από την παρατήρηση με σιχασιά της τάσης των περισσότερων να μετατρέπουν τις ανθρώπινες (επαγγελματικές, προσωπικές, αισθηματικές, γονικές...) σχέσεις σε παιχνίδια ισχύος. Απορώ. Τι συμβαίνει με τους ανθρώπους; Δεν έπαιξαν αρκετή Μονόπολη ή το αναγκαίο Στρατέγκο όταν ήταν παιδιά, για να χορτάσουν πια με νίκες-ήττες και να προχωρήσουν αργότερα σε κατιτί ουσιωδέστερο; Να μεγαλώσουν λιγάκι; Να καβαλήσουν τα ημερωμένα λιοντάρια μέσα τους, στο λάκκο της ψυχής τους, σαν τον Δανιήλ; Το δράμα είναι ότι οι υπόλοιποι υποχρεώνονται να προετοιμάζουν αμυντικούς λόγους, καταγγελίες, δύστροπες παρατηρήσεις. Να τρέφουν αγκάθια που, ίσως, σε άλλη περίπτωση θα δίναν τον τόπο τους για φύλλα κι άνθη.]
Λοιπόν, κι αυτό το Αϊντ Ελ Φιτρ (Γιορτή της Καταλύσεως, από το ρήμα "φάΤαρα"- θραύω, σπάω), ταξίδεψα για τρεις μέρες στη Δαμασκό. Η πόλη αυτή αλλάζει με πολύ αργούς ρυθμούς και, συνήθως, καταρρέοντας. Είναι ένας από τους λόγους που την ετοιμάζω στο μυαλό μου ως σχέδιο κι ως προσδοκία κάθε φορά. Ξέρω τι θα δω: ακόμη κι οι μορφές των σερβιτόρων, των μικροπωλητών δεν αλλάζουν εύκολα εκεί. Είναι το αντίθετο από το Αμμάν, όπου ένα τετράμηνο αρκεί για να αλλάξουν πάρα πολλά- οι δρόμοι να αλλάξουν κατεύθυνση, νέοι κόμβοι να ανοίξουν, μαγαζιά καινούργια, τα πρόσωπα στα καφενεία, οι όψεις των κτιρίων, τα εκ βάθρων νέα κτίρια. Ιδίως το καλοκαίρι, όταν επιστρέφω μετά από πενήντα μέρες, πάντα με περιμένουν εκπλήξεις και συχνά δε μου αρέσουν οι εκπλήξεις. Πήγαμε με τον Αλά με τουριστικό γκρουπ, από αυτά που οι συμμετέχοντες δεν έχουν το χρόνο ή και το κέφι να σμίξουν λίγο περισσότερο. Γνωρίσαμε βέβαια στο πρόγευμα, στο ηλιόλουστο εστιατόριο ένα χαριτωμένο ηλικιωμένο ζευγάρι. Εκείνος Σύρος, σκούρος, από πόλη κοντά στη συροϊρακινή μεθόριο, εκείνη Γερμανίδα από την γερμανο-ολλανδική μεθόριο. Εκείνος έζησε χρόνια στη Γερμανία, όπου μάλλον πλέχθηκε η ρομαντική ιστορία. Εκείνη έζησε χρόνια στον Οριενταλισμό πριν τον γνωρίσει. "Πάντα ήθελα να σπουδάσω ανατολικές σπουδές, μα δε μ'αφηνε ο πατέρας μου". Ζούν στη Συρία, δεν απόκτησαν παιδιά μα υιοθέτησαν δυο γάτες. Δραπέτευσαν στη Δαμασκό για την αργία προκειμένου να αποφύγουν τις ατέλειωτες και δαπανηρές τυπικότητες των οικογενειακών επισκέψεων. Θα έφευγαν την επαύριο για τη Χομς κι έπειτα για το Χαλέπι. Τουρίστες κι αυτοί μέσα στη χώρα "τους", στο χρόνο και στις επιλογές τους, κάπου στο ενδιάμεσο, σαν τις σπασμένες γλώσσες που μιλούσαμε. Τους ξαναείδαμε χαρούμενους κι ευγενέστατους πάλι την τελευταία μας ημέρα στο ξενοδοχείο. Με χαιρέτησαν στα ελληνικά, από τις λέξεις που έμαθαν κατά τα ταξίδια τους από τη Γερμανία προς τη συριακή πόλη, τόσα χρόνια, μέσω Ηγουμενίτσας όπως μου είπε εκείνη. Μου περιέγραψε βιαστικά τη μυστικιστική σχεδόν εμπειρία της στους Δελφούς, που έψαχνε ένα μέρος να μείνει μόνη και στο τέλος το βρήκε. "Μόνο στη Φύση θρησκεύω. Ανάμεσα στους ανθρώπους χάνω γρήγορα όποια αίσθηση του Θεού. Μου αρέσουν οι εκκλησίες και τα τζαμιά, μα μόνο από την αρχιτεκτονική άποψη. Δεν πιστεύω ότι μπορεί να προσευχηθεί κανείς αυτού." Η ένταση της φροντίδας που είχαν μεταξύ τους, με έκαμαν να σκεφτώ ξανά τη σκηνή πριν από δύο έτη στο Cham Palace, τότε που είδαμε τη Μαξιμιλιάνα και τον Άχμαντ, τον άντρα της, ηλικιωμένους κι αγαπημένους να πίνουν τον καφέ τους στο λόμπυ περιμένοντας να φτάσει η ώρα για το γεύμα (τελευταία μέρα του Ραμαζανιού γαρ...) Πέρσι εκείνος πέθανε ξαφνικά (δεν άντεξε στην εγχείριση ανοικτής καρδιάς) κι η Μαξιμιλιάνα μαυροφορέθηκε μέσα κι έξω. Πόσο διπλή γίνεται η απώλεια, για τους ανθρώπους που άλλαξαν ακόμα και πατρίδα για χάρη της αγάπης... Μόνο πρόσφατα την είδα να προσθέτει κάτι βαθυκύανα φουλάρια στην αμφίεσή της, ίσως για να μην αιφνιδιάζει τους φοιτητές της με την πένθιμη όψη. Είδα ξανά το τραπέζι τους κατειλημμένο αυτήν τη φορά από ένα νεαρό που μιλούσε φανατικά στο κινητό του, περίπου όπως εμφανίζεται η σκηνή σε ένα τραγούδι της Φεϋρούζ για τα παλιά καφενεία που σύχναζαν άλλοτε οι αποξενωμένοι πια εραστές. Μας τέλειωσε η μπαταρία της φωτογραφικής μηχανής από το πρώτο βράδυ, πριν μπουμε στο καφενείο Medas κι έτσι απέμειναν όλα να εμπιστεύονται τη μνήμη, αυτήν τη μακρια αίθουσα με τους παραμορφωτικούς καθρέφτες.
Δυο στενά παραδίπλα από την κεντρική λεωφόρο της 29ης Μαϊου, νύχτα, με λίγη βροχή, είχαν πάλι στηθεί οι περιστασιακές κούνιες κάνοντας το δρόμο ένα σκοτεινό λούνα παρκ, για να ξοδέψουν τα παιδιά το χαρτζηλίκι της γιορτής. Τα πιο μεγάλα το κρατούν για να αγοράσουν φτηνά τσιγάρα και να πάνε σε σινεμάδες που προβάλλουν ανάλαφρες σεξοκωμωδίες με το επιτρεπτό γύμνωμα. Πάλι με τα επίσημα καινούργια ρούχα τους.
Οι άνθρωποι μου φάνηκαν πιο κουρασμένοι από ποτέ και πιο ευγενικοί από συνήθως. Πρώτη φορά μου φάνηκε να εκτιμούν το φιλοδώρημα και να εκφράζουν συμπάθεια σε Ιορδανούς και οιονεί Ιορδανούς επισκέπτες σαν κι ελόγου μου, χωρίς μηχανική δουλοπρέπεια. Κοιτούσαν στα μάτια. Μια ανθρώπινη κούραση.

Saturday, October 14, 2006

Απ'το μπαλκόνι

Αργά, πέρα από τις συνήθειές τους, μου τηλεφώνησαν οι γονείς, χτες τη νύχτα κατά τις 10. Για να με κρατήσουν ενήμερο, να μου δώσουν ένα κομμάτι ζωής από απόσταση. Η εντύπωση της ζωής, τόσο φευγαλέα, τόσο σημαντική ως περιβάλλον για την αληθινή διαισθητική αντίληψη και τόσο ανυπόστατη σχεδόν. Ένα σπαρτάρισμα μόνο κι αυτό έτοιμο να ξεπέσει μόνο σε υλικό για τα όνειρα, σε δεύτερο και τρίτο πλάνο. Μου έλεγαν ότι μόλις εκείνην τη στιγμή οι υποψήφιοι των δύο συνδυασμών για τις δημοτικές εκλογές έκαμαν τις τελικές τους προεκλογικές ρητορικές επιδείξεις σε μπαλκόνια κοντά στο σπίτι μας. (Συμβαίνει να μένουμε στην κεντρική πλατεία, με το ηρώον και τις επίσημες δοξολογίες όποτε δει...) Θυμάμαι τον ενθουσιασμό παλιά σε τέτοιες μέρες που τέσσερις συνδυασμοί θορυβούσαν ολόγυρα με τα επαγγελματικά αυτοκίνητα στα οποία είχαν προσθέσει μεγάφωνα με ηχογραφημένα ή ζωντανά μηνύματα, την άφιξη των στρατιωτών που αναλάμβαναν τη φύλαξη των σχολείων-εκλογικών τμημάτων και εκόμιζαν με το καημένο τους χακί και τον ευαγγελισμό του πρόωρου κλεισίματος του σχολείου, ανάπαυση από το πουθενά.

"Μεγάλη φασαρία και φωνές από τα ηχεία", έλεγε η μαμά.

Στο μεταξύ, προσπαθούσα να φανταστώ αν υπάρχει κόσμος ακόμα κάτω από τα μπαλκόνια, αν δεν τους πιάνει μια αιδημοσύνη μετά από τόσες χιλιάδες ώρες τηλεθέασης. Αν μπορούν να σταθούν δίπλα δίπλα για κάτι δημόσιο, χωρίς το νυφικό ή τον στέφανο της κηδείας, ή το εξαπτέρυγο του Επιταφίου. Κι αν μπορούν, φαντάζομαι θα πατάνε πάνω στην κακοστρωμένη άσφαλτο, το αχρηστευμένο κεντρικό αποχετευτικό δίκτυο (ουδέποτε λειτούργησε ο βιολογικός καθαρισμός- θα πρέπει να είναι εντυπωσιακό σκηνικό για φωτογράφιση τα σκονισμένα/σκουριασμένα/τσίλικα μηχανήματα), χωρίς μεγάλα δέντρα πια, τα κόψαν σιγά σιγά διαδοχικές φύτρες αϊβασίληδων, χωρίς τα παλιά σπίτια, όλα τα έκαμαν ομοιόμορφα τετραόροφα-μπομπονιέρες με στοές από διαθέσιμα προς ενοικίασιν καταστήματα. Οπότε ας κερδίσει ο αξιότερος... Όποιου το έλκυθρο έχει περισσότερα κουδουνάκια.

Thursday, October 12, 2006

Ruth and my sweet mother

Georgios Vizyinos
Some of my notes from today's class....

Η Ρουθ η Μωαβίτισσα

(Music, vocals: Nikos Xydakis
Poetry: Thodoris Gonis – Georgios Vizyinos)

Η Ρουθ η Μωαβίτισσα και η γλυκιά μου η μάνα
Σε μαύρο κάμπο και χρυσό μαζεύουνε το μάννα

Της Πάρου οι ανεμόμυλοι τις βλέπουν και δακρύζουν
Παρακαλούν τον άνεμο κι αρχίζουν να γυρίζουν

Του κόσμου όλα τα πουλιά φέρνουν σπυρί το στάρι
Ζεστό ψωμί στον ύπνο μας, κάτω απ’το μαξιλάρι.

- - - - - - - - -

1. In Greek, a common trend is the formation of composite words:
Άνεμος (wind) μύλος (mill) > ανεμόμυλος, νερό μύλος> νερόμυλος
2. κάμπος(plain), το δάκρυ(tear)> δακρύζω(shed tears), πουλί(bird), φέρνω(bring), σπυρί(grain), σιτάρι/στάρι(wheat), μαξιλάρι(pillow)

The poem is dedicated to (and inspired of) Georgios Vizyinos, Short story writer poet. Born in Vyzo (Vizyi) in Eastern Thrace, from where he took his pen name; his real name was Georgios Syrmas. Vizyinos distinguished himself as a prose writer who cultivated the study of mores and psychology in a lively katharevousa (formal Greek), drawing material from every day life in Thace. His works have an autobiographical flavour and are inspired by his family life and surroundings in Vizyi and Constantinople.

Also check:
http://thesaurus.duth.gr/english/links/vizyinos.html
On line resources:
check this nice sample: "To monon tis Zois tou Taxeidion"

The pioneer of modern Greek prose uses an interesting mixture of kathareuousa (formal Greek) and the spoken language of his era (especially the dialect of his native Thrace).

May I include a translation here? Which was not delivered in class...

Ruth from the land of Moav and my sweet mother
in black and golden plains harvest the manna

The windmills of Paros, watch them and shed tears
They beg the wind and start rotating

All the birds of the world bring a grain of wheat
Warm bread during our sleep, under the pillow.

Vizyinos always finds a way to enter my ceaseless monologue, at Galaxias hotel for example, in Kavala, spending long hours reading to Loukis extensive parts from "The only journey of his life". It was a rainy, frigid winter. January, evening and the late hours. I had a cold and the voice was getting magically vibrant, holding the tone of a tortured confession. These days, while in Amman, he found again a path via the satelite programme of ERT. A dramatic/dramatized biography concerning his late years, imprisoned in Dromokaiteion Mental Hospital... The first episodes kept me speechless and sleepless, watching details that I mostly knew and following passages from his texts. Last year there was a short-story competition about his work and life and, honestly speaking, I got tempted for a couple of weeks to participate.
The above mentioned song I chose it out of its light, it reminded me of Vermeer's paintings: the winter light as seen from the window. And the story of Ruth from the land of Moav, a stranger, a non-believer who is finally the one who applies the rules of redemption and becomes the foremother of Jesus. Ok; theology is nice, but not my motivation for the class. The autumn gives strange light effects during my morning class, in that semi-dark hall behind the thriving pink roses, before Luma or, officially, Diana switch on the white (sharp and voracious) lights.
Just this scene that Ruth from Moav and "my sweet mother" harvest the manna from the black / golden plains...

Σήμερα ειδικά, που είναι το γενέθλιον της αδερφής μου και μιλούσαμε το μεσημεράκι για τα παιδιά της.

Friday, October 06, 2006

Streets I miss

There is a TV spot with parts I dislike, on MBC, the arabic broadcaster. It is about initial impressions and misunderstandings, how something per se negative, if looked at more carefully, is transformed into its opposite: a positive social message. It starts with people approaching, holding red banners, seemingly in anger. The phobia towards public expression of disagreement or, even, protest. Hence the threatening option appears: "Demonstration", but, no, do not worry, the publicizer ticks off the second interpretation: "Celebration". And indeed, by zooming at the facial expressions of the crowd, we see faces with a broad smile and a general festive mood. (Although, I wonder, have you ever seen crowds coming down the streets of any ME city with red banners, in order to celebrate?) What menacing point is there in the word "Demonstration", that it has to be directly set in the group of negative words?
These days i would rather be in Athens, or Thessaloniki, to participate in the frequent demostrations of the teachers asking for a considerable improvement of their salaries, and a better percentage of the GPA invested in education. None of their demands is unreasonable or falling out of the reports of Eurostat(the european central committee for statistics among the member states of EU). The strikers demand a wage of 1400 EU- now it is 900 EU- for the newly appointed teacher, considering that this is a minimal request, given the cost of life in Greece, and they are not wrong at all. The cost of life there is really high, especially if one happens to have children and pay a rent. The spokesman of the Government decided to question not the fact that 900 EU are not enough, but the argument that a newly appointed teacher would normally be 23-24 years old, therefore it is questionable that he/she has a family, or children. That much of cynicism... So, what the conclusion of the statement may be? While you are young, you have to spend your best years in misery, coz you are young and you can physically bear it. Let traveling, vacations, theater and opera, cinema and a decent outing with your friends for dinner, for later, while you will be anyway having objective difficulties to implement these simple projects.
I would like to be there, not only for the sound of the demonstration through the cement avenues, not only for the unexpected meetings with friends I have not seen for years, but also in order to see how the rest of the people look at the demonstrators, with fear?, with support? with the indifference and the annoyance about some people who make noise and cause some delay to their coming back?

Thursday, October 05, 2006

Ahmad's mom in autumn

Με τα χρόνια, με τις πολλές κρίσιμες περιστάσεις και εντυπωμένες λεπτομέρειες που φέρνουν τα χρόνια σε αυτό το κομμάτι του κόσμου, η μαμά του Άχμαντ έγινε για μένα σημαντική μορφή. Λίγο μετά τα πενήντα της, κι αφού ανάθρεψε με ασφυκτική αγάπη τα πέντε παιδιά της, αποφάσισε να «υιοθετήσει» εμένα, τον επιστήθιο φίλο του γιού της Άχμαντ, και να με προβιβάσει στο ρόλο του «χριστιανού γιού» της. Από τότε δεν έλειψαν ποτέ τα τάπερ από το ψυγείο μου, σε ποικίλα μεγέθη και με πιο ποικίλα περιεχόμενα: τα περίφημα πιλάφια της, ένα είδος σπαραγγιού που ξέρει ότι μου αρέσει, πίτες με φύλλα φρέσκιας ρίγανης και τα δυτικά της πειράματα, π.χ. το εξαιρετικό κέικ καρότου που σκαρώνει από καιρού εις καιρόν και βελτιώνει ή τροποποιεί. Όλη η οικογένεια, για να πω την αλήθεια, έγινε μια αγκαλιά φιλόξενη, αλλά η Ουμ Άχμαντ (η μητέρα του Άχμαντ) είναι πάντα το βαρόμετρο των ημερών κι εκείνη που η κρίση της βαραίνει μέσα μου περισσότερο.
Συνταξιούχος εκπαιδευτικός η ίδια, δίδαξε για είκοσι πέντε χρόνια αραβική λογοτεχνία και γλώσσα. Ίσως γιαυτό να είναι τόσο καλά οργανωμένη η σκέψη της και να φτάνει πάντα στην ουσία, με τα καλά αγγλικά της, μολονότι της ξεφεύγουν λίγο οι χρόνοι των ρημάτων. Άλλωστε με τις μανάδες συμβαίνει και τούτο το θαυμαστό: συμπληρώνουν με τα μάτια ό,τι ξεφεύγει από την κυριολεξία, έτσι που η επικοινωνία στο τέλος επιτυγχάνει το ζητούμενο. Δε μανδηλοφορέθηκε κι όμως μελετάει τακτικά το Κοράνι και ενδιαφέρεται πάντα να συζητά εδάφια που κατά τη γνώμη της περιέχουν ποιητική μαγεία ή που δεν τα κατανοεί πλήρως και θέλει να τα θέσει υπό τη βάσανο της ερμηνείας. Πάντα με ρωτάει: «Τι να θέλει άραγε να πει στο σημείο αυτό; Τι λένε τα δικά σας ιερά κείμενα για τό θέμα;» Σε μια κοινωνία που αποφεύγει τα βιβλία και απαξιώνει την ανάγνωση, εκείνη παραγγέλνει τα δικά της στον βιβλιοπώλη κι είναι κυρίως τίτλοι πολιτικών επιστημών, ιστορίας και μελετήματα που άπτονται της επικαιρότητας.
Όπως συμβαίνει στα σπίτια της μεσοαστικής τάξης εδώ, οι συσκευές της τηλεόρασης είναι περισσότερες της μιας ανά νοικοκυριό και μάλιστα με δορυφορική κεραία. Η δική της βρίσκεται στο καθιστικό, πάντοτε συντονισμένη σε ενημερωτικά προγράμματα, δελτία ειδήσεων, αφιερώματα στην αραβική κι ενίοτε στην αγγλική. Μόνο μια φορά το χρόνο αλλάζει τις συνήθειές της: στη διάρκεια του Ραμαζανιού πολλά κανάλια προβάλλουν οικογενειακές σειρές με κοινωνικό ή ιστορικό περιεχόμενο. Η άνοδος του Σαλαδίνου, η εμπέδωση της καινούργιας θρησκείας στην αραβική χερσόνησο, οι μάχες διαδοχής μεταξύ των διεκδικητών του χαλιφάτου, οι σκευωρίες των Σταυροφόρων... Ή μια νεαρή δικηγόρος που προσπαθεί να επιβιώσει στο ανταγωνιστικό περιβάλλον των δικαστικών μεγάρων της Δαμασκού. Ή, άλλη νεαρή που αποφασίζει να αλλάξει τη μίζερη ζωή της, ακολουθώντας την κλίση της στο τραγούδι. Νεαρός, τελειόφοιτος του Τμήματος Κοινωνικών Επιστημών στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο του Καϊρου, αποφασίζει να εκπονήσει τη διπλωματική εργασία του πάνω στο θέμα των παιδιών των φαναριών και τότε ανακαλύπτει μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα, τον «άλλο» παράλληλο κόσμο. Η μαμά του Άχμαντ, μια φορά το χρόνο, μεταβάλλεται σε τυπική νοικοκυρά τηλεθεάτρια κι, επειδή ξέρει τη δυσκολία μου με την αιγυπτιακή διάλεκτο, διαλέγει από νωρίς- από τον καιρό που κυκλοφορούν οι περιλήψεις και οι προεπισκοπήσεις- μια ή δυο συριακές σειρές που είναι στη λεβαντίνικη καθομιλούμενη να μου προτείνει. Αξιολογεί την υπόθεση και την ποιότητα των συμμετεχόντων ηθοποιών προτού βγάλει τη δίκαιη απόφαση. Νομίζω ότι με την εξυπνάδα της έχει βρει τα δυσεπίγνωστα γούστα μου.
Έτσι φτάσαμε και φέτος στο ραμαζάνι που σιγά-σιγά μετακινείται μες στο χρόνο, ακολουθώντας τη σεληνιακή τροχιά του. Έτσι και φέτος, στο ζεστό φθινόπωρο, η μέρα χωρίστηκε σε δυο ημίχρονα, την ώρα της στέρησης και την ώρα της πλησμονής. Τις προάλλες πήγα στο σπίτι τους για ιφτάρ (το αργοπορημένο πρόγευμα, μετά την απογευματινή προσευχή- στιγμή οικογενειακής ευωχίας) και περίμενα εις μάτην τις συστάσεις της για το ιδανικό σήριαλ. Έφτασε η ώρα του καφέ πια, που σημαίνει ότι σε λίγο η επίσκεψη λαμβάνει τέλος. Τότε τόλμησα να θέσω το ζήτημα ξεκάθαρα: «Λοιπόν δε μου είπατε, Ουμ Άχμαντ, ποιο πρόγραμμα, τι ώρα, τι υπόθεση...». Σκοτείνιασε λίγο: «Ξέρεις, φέτος δεν παρακολουθώ. Δεν μπορώ. Εξακολουθώ να βλέπω τις ειδήσεις. Προσπάθησα, αλλά δεν μπορώ.» Της ζήτησα εξηγήσεις, να μάθω τι άλλαξε στο μεταξύ. «Μπορεί να φταίει που φέτος η νηστεία ήρθε νωρίς, μόνο ένας μήνας πέρασε από όσα έγιναν στο Λίβανο. Μου έχουν καρφωθεί στο μυαλό εικόνες και δεν ξέρω πότε θα φύγουν». Σώπαινα. «Όλα ήταν άσχημα και για μας ανησυχητικά. Αλλά είναι μια σκηνή που με παιδεύει. Μετά την ανακάλυψη των καμμένων παιδιών από το βομβαρδισμό στην Κανά, είδα τις γυναίκες που έκλαιγαν κι ένα από τα παιδιά που τα σήκωναν σαν τις κούκλες, μου θύμισε τον Σάμερ μου (το μικρότερο γιο της), όταν ήταν μικρός. Ίδιο ανάστημα, διάπλαση ίδια κι έτσι έγερνε το κεφάλι του όταν ήταν άρρωστος, όπως συμβαίνει με τα μικρά. Μόνο που εκείνο το κακόμοιρο...»Έτσι, «Το φθινόπωρο ήρθε μετά το καλοκαίρι». Ιδού μια πρόταση που θα μπορούσε να δοθεί ως παράδειγμα κοινοτοπίας. Όμως αυτό το φθινόπωρο ήρθε βιαστικά μετά το καλοκαίρι με τα γεγονότα, τους φόνους, τα ρημαγμένα σπίτια, τους ξεκοιλιασμένους δρόμους, τους έντρομους γιατρούς που δούλευαν χωρίς ηλεκτρικό στα νοσοκομεία, την πόλη που είχε μείνει χωρίς ψωμί επί μια εβδομάδα και τα κιβώτια που περνούσαν χέρι-χέρι πάνω από τους χειμάρρους. Κι έτσι η μαμά του Άχμαντ, στην άκρη της παραπάνω δήλωσης του αυτονόητου, παρακολουθεί τον εαυτό της εκόντα, άκοντα να αλλάζει. Τώρα παρακολουθεί αρκετές φορές το πρόγραμμα του δορυφορικού «Αλ Μανάρ», οργάνου της Χεζμπολλάχ, για να δει τι λέει η άλλη πλευρά, μήπως κάποιο νόημα είναι κρυμμένο. Εξαιτίας του χαρακτήρα και της εμπειρίας της από καταστροφές -τόσα και τόσα οικογενειακά αφηγήματα προσφυγιάς- εκείνη δεν πρόκειται να συναριθμηθεί μάλλον ποτέ στη μεγάλη πρόσθεση των φανατικών που βλέπουν έξαφνα το φως της αλήθειας. Όμως με στενοχώρια φαίνεται να σκέφτεται ότι ενώ, πράγματι, το φθινόπωρο έρχεται μετά το καλοκαίρι, δεν είναι όλα τα καλοκαίρια ίδια. Κάποτε το θέρος θερίζει, όπως στα έπη, δίπλα στον Σκάμανδρο, δίπλα στον ποταμό Λιτάνι.

Wednesday, October 04, 2006

Dreaming of tickets

In my possession there is an old compiled "vulgata" including a section for the interpretation of dreams. My maternal grandmother had given it to me, and it is a strange late 19th century edition, from the autonomous by that time island of Samos.I guess that as a child (she was born in 1900) many times she tried to comprehend why the young women of her circle were looking at it with expectations and dreamy eyes. I am pretty sure it does not include any explanation for the dream that visited me today during a short afternoon nap.
Supposedly I had bought three or four tickets for the metro of Athens as I thought, although they looked more like gallery/museum tickets. I realized I was deceived as soon as I tried to validate them.

An old man told me in a humorous way, "Even if you try it the other way, it won't work. Look at them carefully. They are not Metro tickets." I felt embarassed and while thanking him I tried to get out of the vehicle as fast as I could, so that I could buy an original one. These ones costed 1,86 Euros each.
I exit the vehicle and the man of the ticketing kiosk shouted: "So are you trying to escape a control inspection?"
"Actually I am trying to escape my stupidity and naivete", I replied courageously and I explained to him the embarrassing issue.
He smiled. "Ok, now you have to buy a double, but real and functioning ticket, for 2,8 Euros". I did not object, a reasonable fine after all this is.
The funny side of this story came once I woke up and remembered the details of the false ticket. It had a black 'n' white sketch, and next to the price the route : "Klauthmonos-REX" and, for those who do not know anything about Athens and its streets, I have to inform them that this is a 100m distance, at the most central area, with no need and prospect to get connected by metro; ever... The only thing one has to do, is to cross the street from the traffic lights, and there he/she is. It was also bearing the following remark, in small bold characters "The route is not currently functional, but it will be soon served, using the most luxurious vehicles". R i d i c u l o u s.... I wanted to laugh till the moquette gets wet with my tears. Nevertheless, when I thought of it again, I got distressed. Why did not I sense the funny side of the event while still in the dream? Why did it come as a supplement of the conscious part?