Χαίρετε, μέρος β'
Κι ενώ αλλιώς σχεδιάζω την κίνηση του χεριού που λέει το «αντίο» και το «καλήν αντάμωση», στο χώρο ανάμεσα σε μια αναδίπλωση του ανάγλυφου του τοπίου, κι ενώ τη σκέφτομαι την κίνηση ως το αντίβαρο στο «καλώς σας βρήκα», «πώς τα περάσατε στο μεταξύ;», έρχεται έπειτα η αλλαγή της διάθεσης. Έρχεται ο χρόνος της προσαρμογής που απαιτείται, γιατί με άλλη ταχύτητα οι άνθρωποι περπατούν εδώ, αλλιώς ο ήλιος και η ροπή της δραστηριότητάς μου εδώ φτιάχνουν τη μέρα και το βράδυ. Έχω παραιτηθεί από τη νύχτα παρ’εκτός αν πρόκειται για τα όνειρα: και μου έφεραν πολύ θανατικό απόψε. Αρρώστιες, μαρασμό, το αδυσώπητο, το προδιαγεγραμμένο τέλος. Οι Χαιρετισμοί, με τους οποίους συχνά ξεκινούν τα γλωσσικά μαθήματα για αρχάριους και η Σαρακοστή πάντοτε, όταν ξαναψελλίζει κάποιος το αλφαβητάρι της αποστέρησης και της προσδοκίας, ακολουθούν κι αυτοί το σπειροειδές της ψυχικής μορφής ή τάσης.
Χαίρετε τα σιδερένια παγκάκια έξω από το αεροδρόμιο, καθώς κάθισα με τον πατέρα περιμένοντας να περάσει η ώρα της αναμονής και να τελείωσει το τσιγάρο μου, κουβεντιάζοντας στην αιχμή του αποχαιρετισμού για τη δική μου απόσταση από το κατευναστικό αναμενόμενο. Εκείνος με παράπονο αντί μομφής, εγώ με εγκαρτέρηση παρατηρητή σπάνιων ντροπαλών πτηνών, σαν τους μαύρους πελαργούς.
Χαίρετε τα σιδερένια παγκάκια έξω από το αεροδρόμιο, καθώς κάθισα με τον πατέρα περιμένοντας να περάσει η ώρα της αναμονής και να τελείωσει το τσιγάρο μου, κουβεντιάζοντας στην αιχμή του αποχαιρετισμού για τη δική μου απόσταση από το κατευναστικό αναμενόμενο. Εκείνος με παράπονο αντί μομφής, εγώ με εγκαρτέρηση παρατηρητή σπάνιων ντροπαλών πτηνών, σαν τους μαύρους πελαργούς.
Χαίρετε οι δρόμοι της Αθήνας που αδειάσατε από το νομαδικό σας πλήθος και κατοικείστε από τους μονιμότερους, καθώς βλέπω, μετανάστες.
Χαίρετε κι οι πεζόδρομοι του ώριμου Αυγούστου, με λίγα έργα γλυπτικής που ψάχναμε με διάγραμμα να βρούμε, ενώ από πάνω έλαμπε η Ακρόπολη στο χρώμα της κορωμένης πέτρας κατά τις εξίμιση το απόγευμα. Έπειτα πια σκοτείνιασε και στο σπίτι των αρχαιολόγων είχαν έναν αργαλειό με τα νήματα απλωμένα από το ταβάνι. Η καλλιτέχνιδα είχε περάσει στο υφαντό το RΕΜ της, το οποίο αντέγραφε με ακρίβεια το πραγματικό της, όπως το βλέπαμε στη χάρτινη εκδοχή του δίπλα στο ιατρικό μηχάνημα. Ή, στον επάνω όροφο, κάποιος άλλος είχε αποτυπώσει τη μορφή γυναίκας σε κουρτίνες που ανέμιζαν στο σκοτεινό δωμάτιο, άνοιγαν προς το σκοτεινό Θησείο, ύστερα ξανάπεφταν σε μια ακόμη σκοτεινότερη παλιοκαιρίστικη μορφή του γυναικείου προσώπου.
Χαίρετε τα βιαστικά τηλεφωνήματα λίγο πριν την επιβίβαση στο αεροσκάφος, να προφτάσω ένα τελευταίο κράτημα από τις φωνές των αγαπημένων.
Χαίρετε τα νησιά όπως πάντοτε, μα αυτή τη φορά πίσω από το πρόσωπο ενός Λιβανένεζου τραπεζικού υπαλλήλου που επέστρεφε πρώτη φορά μετά τον πόλεμο, που άρχισε-τέλειωσε μες στο καλοκαίρι, όπως οι διακοπές, ένας βιαστικός, αψίκορος έρωτας, μια καλπάζουσα ασθένεια, μια μελαγχολική εισαγωγή του Χατζιδάκι. Μου έλεγε λοιπόν αυτός ο Ντάνυ, «Τι θα γίνει με μας;» «Είμαι τριάντα τόσων χρόνων, πάντα με θυμάμαι με τον πόλεμο, όλα να χαλούν»
Έπειτα καθώς σφραγίζεται το διαβατήριο, ετοιμάζω τα δάχτυλα να ανοίξουν στα καινούργια «Χαίρετε».