Μικρά τεχνάσματα
Ο επαγγελματίας οφείλει να ποριστεί κάποια μέθοδο και μια άλλη υπερ-μέθοδο που θα αναθεωρεί τη μέθοδό του έγκαιρα και χαριτωμένα. Είναι ανάγκη κάπως να ισορροπήσει τα προσωπικά του, όσα τον χαράζουν κι από γλυπτό τον μετατρέπουν σε στικτή πλάκα ή σε χαρακτικό έκτυπο, με τον καιρό. Να βρει ρίζες γέλιου και μειδιώσας αυτοθεώρησης, αλλά κι επιστημοσύνη, όχι απαραίτητα την τελευταία λέξη στον κλάδο, μα μια δική του πρόσκαιρα τελευταία λέξη. Ίσως το φρέσκο βλέμμα να μη χρειάζεται περισσότερες παραπομπές από τον Αριστοτέλη και τον Emile. Ας κρατήσει όμως και τη συγκίνηση ζωντανή, ένεκα που το επιτήδευμά μας είναι δραματικό, σαν τον περαστικό λόγο του εξάγγελου (τι συνέβη στα παλάτια "είσω") και σύντομη στιχομυθία. Τόση είναι η σημασία του, ας μη γελιέται και κορδώνεται, στο συνολικό δραματικό χρόνο του νέου ανθρώπου που μορφώνεται ή μαθαίνει ή σπουδάζει και σχολάζει.
Από το πρωί νωρίς, πριν βγει ο ήλιος από τα δέντρα, ακούω την "Εποχή της Μελισσάνθης", έργο στοχαστικό. Λίγοι το αγαπούν. Τους καταλαβαίνω. Μου γεννά την ίδια εντύπωση με τον αναγκαστικό μου μονόλογο, όταν περπατώ για ώρες σε μεγάλη πόλη που ξέρω και δε με εντυπωσιάζει πια με αξιοθέατα σημεία ή μνημεία. Μου εντυπώνεται όμως καλύτερα και την ονειρεύομαι κάποια βράδια έτσι, χωρίς τους τουριστικούς κολοφώνες της. Ο στοχασμός δεν έχει πλάκα. Είναι κάτι προσωπικό που, όπως κι αν το πεις, κάτι θα προδώσεις: την ακρίβεια, την ιδιαίτερη αίσθηση ή την αισθητική του πλαισίωση. Αυτό το αναφέρω ως παράδειγμα της σύντομης στιχομυθίας, όπου Γιάννης κερνά και Γιάννης πίνει.
Σε ό,τι αφορά την κωμική αυτοθεώρηση, γι'αυτήν ξεψάχνιζα άλλα, και πιο πολύ το παρακάτω:
Kάτω από την τεράστιαν τεντάν , ο τσίρκος τώρα εκόχλαζε και εβόα. Το νούμερον με τα μικρά ιππάρια είχε τερματισθή καθώς και η άρσις των βαρών. Δύο παλιάτσοι, ευρυπαντέλονοι κρεμανταλάδες – ένας ψηλός, ισχνός και ένας μικρούλης νάνος – ξεφώνιζαν εις τον στίβον, εξεκλειδώνοντο, έπεφταν, εσηκώνοντο, κλαυσιγελούσανε και εχαστουκίζοντο αμοιβαίως ανταποδίδοντες με ιαχάς τας ηχηράς και περιτέχνους φάπας. Αίφνης η ορχήστρα ανέκρουσε ένα γοργόρυθμον σκοπόν και ο στίβος ελευθερώθηκε απ’ τους παλιάτσους. Τέλος, αφού εστήθη ολόγυρα το σιδηρούν κιγκλίδωμα, με βρυχηθμούς λαχταριστούς, γοργόσκιρτα και λυγερά ώρμησαν μέσα τα λεοντάρια.Μόλις εισήλθον, τους ακολούθησε τροχάδην χαρίεσσα και φιλομειδής, με κυανοπόρφυρη σφιχτή στολή ουσάρου, αλλά χωρίς καπέλλο στο κεφάλι, με άσπρα σειρήτια και χρυσά κουμπιά, κραδαίνουσα μαστίγιον στο χέρι, η περιώνυμος δαμάστρια Ζεμφύρα, κατάξανθη, με μαύρα μάτια ηδυπαθή, με μπότες στιλπνές ψηλές και αστραφτερά σπιρούνια. Στη μέση του στίβου ακριβώς, η νεάνις εστάθη αποτόμως και κάμπτουσα τα γόνατά της εις δίχρονον υπόκλισιν βραχείαν, χαιρέτησε δεξιά και αριστερά το πλήθος.
............
Αφού υπεκλίθη η Ζεμφύρα, έκαμε μεταβολήν και αντίκρυσε τα λεοντάρια. Ο κόσμος ενθουσιών την υπεδέχετο με ποδοβολητά, χειροκροτήματα και επευφημίας. Την ίδια στιγμή, σαν ρόδι που σκάει αποτόμως, ορμητικόν και ασπαίρον, εξέσπασε απ’ τα πνευστά το εμβατήριον “El Capitan” του Σούζα. Η Ζεμφύρα ηυχαρίστησε γοργά το πλήθος, κλίνουσα τρεις φορές την κεφαλήν της.
(Α.Εμπειρίκος, Ζεμφύρα ή το μυστικόν της Πασιφάης, Αθήνα 1998)
Κάτι έχουν από το θηριοδαμαστικό ήθος τα ξεκινήματα. Καλή ακαδημαϊκή χρονιά.
Από το πρωί νωρίς, πριν βγει ο ήλιος από τα δέντρα, ακούω την "Εποχή της Μελισσάνθης", έργο στοχαστικό. Λίγοι το αγαπούν. Τους καταλαβαίνω. Μου γεννά την ίδια εντύπωση με τον αναγκαστικό μου μονόλογο, όταν περπατώ για ώρες σε μεγάλη πόλη που ξέρω και δε με εντυπωσιάζει πια με αξιοθέατα σημεία ή μνημεία. Μου εντυπώνεται όμως καλύτερα και την ονειρεύομαι κάποια βράδια έτσι, χωρίς τους τουριστικούς κολοφώνες της. Ο στοχασμός δεν έχει πλάκα. Είναι κάτι προσωπικό που, όπως κι αν το πεις, κάτι θα προδώσεις: την ακρίβεια, την ιδιαίτερη αίσθηση ή την αισθητική του πλαισίωση. Αυτό το αναφέρω ως παράδειγμα της σύντομης στιχομυθίας, όπου Γιάννης κερνά και Γιάννης πίνει.
Σε ό,τι αφορά την κωμική αυτοθεώρηση, γι'αυτήν ξεψάχνιζα άλλα, και πιο πολύ το παρακάτω:
Kάτω από την τεράστιαν τεντάν , ο τσίρκος τώρα εκόχλαζε και εβόα. Το νούμερον με τα μικρά ιππάρια είχε τερματισθή καθώς και η άρσις των βαρών. Δύο παλιάτσοι, ευρυπαντέλονοι κρεμανταλάδες – ένας ψηλός, ισχνός και ένας μικρούλης νάνος – ξεφώνιζαν εις τον στίβον, εξεκλειδώνοντο, έπεφταν, εσηκώνοντο, κλαυσιγελούσανε και εχαστουκίζοντο αμοιβαίως ανταποδίδοντες με ιαχάς τας ηχηράς και περιτέχνους φάπας. Αίφνης η ορχήστρα ανέκρουσε ένα γοργόρυθμον σκοπόν και ο στίβος ελευθερώθηκε απ’ τους παλιάτσους. Τέλος, αφού εστήθη ολόγυρα το σιδηρούν κιγκλίδωμα, με βρυχηθμούς λαχταριστούς, γοργόσκιρτα και λυγερά ώρμησαν μέσα τα λεοντάρια.Μόλις εισήλθον, τους ακολούθησε τροχάδην χαρίεσσα και φιλομειδής, με κυανοπόρφυρη σφιχτή στολή ουσάρου, αλλά χωρίς καπέλλο στο κεφάλι, με άσπρα σειρήτια και χρυσά κουμπιά, κραδαίνουσα μαστίγιον στο χέρι, η περιώνυμος δαμάστρια Ζεμφύρα, κατάξανθη, με μαύρα μάτια ηδυπαθή, με μπότες στιλπνές ψηλές και αστραφτερά σπιρούνια. Στη μέση του στίβου ακριβώς, η νεάνις εστάθη αποτόμως και κάμπτουσα τα γόνατά της εις δίχρονον υπόκλισιν βραχείαν, χαιρέτησε δεξιά και αριστερά το πλήθος.
............
Αφού υπεκλίθη η Ζεμφύρα, έκαμε μεταβολήν και αντίκρυσε τα λεοντάρια. Ο κόσμος ενθουσιών την υπεδέχετο με ποδοβολητά, χειροκροτήματα και επευφημίας. Την ίδια στιγμή, σαν ρόδι που σκάει αποτόμως, ορμητικόν και ασπαίρον, εξέσπασε απ’ τα πνευστά το εμβατήριον “El Capitan” του Σούζα. Η Ζεμφύρα ηυχαρίστησε γοργά το πλήθος, κλίνουσα τρεις φορές την κεφαλήν της.
(Α.Εμπειρίκος, Ζεμφύρα ή το μυστικόν της Πασιφάης, Αθήνα 1998)
Κάτι έχουν από το θηριοδαμαστικό ήθος τα ξεκινήματα. Καλή ακαδημαϊκή χρονιά.
Labels: Personal, Work, Εκπαίδευση, Προσωπικά...
0 Comments:
Post a Comment
<< Home