Διόρθωση
Προηγούμενες διατυπώσεις του είδους "σε πλέον ευτυχισμένες εποχές" ή χρήσεις του πρώτου πληθυντικού προσώπου, "δεν γιορτάζαμε" και τέτοια, παρακαλώ να μη ληφθούν σοβαρά υπόψη. Δηλαδή: να μη ληφθούν υπόψη για το κατά γράμμα τους νόημα. Δεν τις είδα αυτές τις περιβόητες εποχές, κι ετούτο το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο το διδάχτηκα κυρίως στη γραμματική ενώ στην πραγματικότητα δεν το βρήκα πιο συνηθισμένο από τον δυικό αριθμό, όχι. Για να μην πω ότι ο δυικός τουλάχιστον έχει τη γοητεία της σπανιότητας, κάποιου στολιδιού αρχαϊκού, όπως το ψάθινο καπελάκι που κάποτε είδα στο μουσείο του Βόλου σε μια ελληνιστική ταφή κορασίδος, χάρη στην άμμο και στη στεγανότητα της σαρκοφάγου. Ας υπολογιστούν όμως από τον αόρατο και σιωπηλό αναγνώστη σε σχέση με τα Κύθηρα των αναδρομικών προσδοκιών και των φαντασιώσεών μου.
Εδώ, στα αραβικά, ο δυικός χρησιμοποιείται τακτικά στο ονοματικό μέρος της γλώσσας. Όπως οι φίλοι που περνούν πιασμένοι χέρι-χέρι και τα κορίτσια σε δυάδες. Μα κι εδώ, παρά τη γραμματική αντοχή του τύπου, δεν ξέρω πόσο αληθινό είναι το νοούμενο: δεν έχω δει, στο βάθος, πιο ερημικά πλάσματα από τους "κοινωνικούς" μου Άραβες.
Έτσι και ο Χόλντεν ονειρεύεται, όταν αφήνεται στον πυρετό και στις παραληρηματικές του σκέψεις, αφού κακήν κακώς κοιμήθηκε στο παγκάκι του σταθμού των τρένων. Να φύγει με οτοστόπ στις μακρινές εκτάσεις της Δυτικής Ακτής. Να επιστρέψει τα δανεικά, τα λεφτά του χριστουγεννιάτικου μποναμά, στη Φοίβη κι έπειτα, δίχως τίποτα, να αρχίσει μια αναχώρηση κάμποσων ημερών ώσπου να φράσει σε δασμένες εκτάσεις στα δυτικά. Θα μείνει στις παρυφές του δάσους στη χειροποίητη καλύβα του. Μα όχι μέσα στο δάσος. Έτσι που να τον λούζει ο ήλιος ολημερίς. Θα δουλεύει σε βενζινάδικο και θα πείσει τους πάντες ότι είναι κωφάλαλος. Δεν μπορεί να επικοινωνήσει παρά μέσα από σημειωμένα χαρτάκια. Γιατί ξέρει ότι γρήγορα θα κουραστούν οι άλλοι από τον τρόπο αυτόν, που προϋποθέτει τη γραφή και θα τον αφήσουν στην ησυχία του. Θα παντρευτεί, αν βρει, κάποια κωφάλαλη κοπέλα και θα μιλούν μόνο με τα χαρτάκια, αφήνοντας τα σημαντικά για την αφή. Αν κάνουν παιδιά, θα τους μάθουν γράμματα από τα βιβλία για να μην μπουν σε σχολική αυλή, να μην μπουν σε κύκλους δύναμης ή επιβράβευσης της βλακείας. Έπειτα μετανιώνει ή, μάλλον, μεταπείθεται όταν βλέπει την επιμονή της Φοίβης να τον ακολουθήσει, με τη μικρή βαλίτσα της. Οπισθοχωρεί από τον φόβο μη δυσκολευτεί εκείνη.
Εν τέλει το συμπέρασμά του είναι πως ό,τι πεις, ό,τι αποκαλύψεις, ό,τι παραδώσεις στους άλλους, γίνεται βάσανο. Το μαρτύριο του αποχωρισμού και της έλλειψης. Έχω την εντύπωση ότι θα ήθελε να μην είχε γράψει ούτε αράδα, μόνο να συνομιλούσε με παιδιά: πάντα σε εκείνα βρίσκει το νόημα της επικοινωνίας βάσιμο- ο Άλλι που πέθανε πριν χρόνια και τον φέρνει τακτικά στο νου, τα πράγματα που έκαναν μαζί, οι λίγες συζητήσεις τους και τα απλά του αιτήματα. Η Φοίβη που ίσως είναι η μόνη την οποία παραδέχεται σαν υπόδειγμα ανθρώπου, ένα παιδί στο δημοτικό. Οι μικροί κοπανατζήδες που τους παίρνει με λίγες κουβέντες να τους δείξει κάτι από το μουσείο. Ο λόγος των μεγάλων ή των μικρομέγαλων παρεισφρύει παντού βέβηλος, κίβδηλος, επικίνδυνος. Μέχρι και στις προθήκες του μουσείου εμφανίζεται επαναληπτικά το "FUCK YOU" κι ο Χόλντεν που είναι βρωμόστομος ενοχλείται βαθειά. Δε θά'πρεπε να βρίσκονται τέτοιες λέξεις, τέτοια συνθήματα ασκήμιας μέσα στους παραδείσους των παιδιών.
Δεν απορώ που ο Σάλιντζερ χάθηκε αργότερα σωρεύοντας ένα μπαμπακένιο τείχος σιωπής τριγύρω του. Κι όσο πυκνότερο, τόσο περισσότεροι οι τυμβωρύχοι.
Εδώ, στα αραβικά, ο δυικός χρησιμοποιείται τακτικά στο ονοματικό μέρος της γλώσσας. Όπως οι φίλοι που περνούν πιασμένοι χέρι-χέρι και τα κορίτσια σε δυάδες. Μα κι εδώ, παρά τη γραμματική αντοχή του τύπου, δεν ξέρω πόσο αληθινό είναι το νοούμενο: δεν έχω δει, στο βάθος, πιο ερημικά πλάσματα από τους "κοινωνικούς" μου Άραβες.
Έτσι και ο Χόλντεν ονειρεύεται, όταν αφήνεται στον πυρετό και στις παραληρηματικές του σκέψεις, αφού κακήν κακώς κοιμήθηκε στο παγκάκι του σταθμού των τρένων. Να φύγει με οτοστόπ στις μακρινές εκτάσεις της Δυτικής Ακτής. Να επιστρέψει τα δανεικά, τα λεφτά του χριστουγεννιάτικου μποναμά, στη Φοίβη κι έπειτα, δίχως τίποτα, να αρχίσει μια αναχώρηση κάμποσων ημερών ώσπου να φράσει σε δασμένες εκτάσεις στα δυτικά. Θα μείνει στις παρυφές του δάσους στη χειροποίητη καλύβα του. Μα όχι μέσα στο δάσος. Έτσι που να τον λούζει ο ήλιος ολημερίς. Θα δουλεύει σε βενζινάδικο και θα πείσει τους πάντες ότι είναι κωφάλαλος. Δεν μπορεί να επικοινωνήσει παρά μέσα από σημειωμένα χαρτάκια. Γιατί ξέρει ότι γρήγορα θα κουραστούν οι άλλοι από τον τρόπο αυτόν, που προϋποθέτει τη γραφή και θα τον αφήσουν στην ησυχία του. Θα παντρευτεί, αν βρει, κάποια κωφάλαλη κοπέλα και θα μιλούν μόνο με τα χαρτάκια, αφήνοντας τα σημαντικά για την αφή. Αν κάνουν παιδιά, θα τους μάθουν γράμματα από τα βιβλία για να μην μπουν σε σχολική αυλή, να μην μπουν σε κύκλους δύναμης ή επιβράβευσης της βλακείας. Έπειτα μετανιώνει ή, μάλλον, μεταπείθεται όταν βλέπει την επιμονή της Φοίβης να τον ακολουθήσει, με τη μικρή βαλίτσα της. Οπισθοχωρεί από τον φόβο μη δυσκολευτεί εκείνη.
Εν τέλει το συμπέρασμά του είναι πως ό,τι πεις, ό,τι αποκαλύψεις, ό,τι παραδώσεις στους άλλους, γίνεται βάσανο. Το μαρτύριο του αποχωρισμού και της έλλειψης. Έχω την εντύπωση ότι θα ήθελε να μην είχε γράψει ούτε αράδα, μόνο να συνομιλούσε με παιδιά: πάντα σε εκείνα βρίσκει το νόημα της επικοινωνίας βάσιμο- ο Άλλι που πέθανε πριν χρόνια και τον φέρνει τακτικά στο νου, τα πράγματα που έκαναν μαζί, οι λίγες συζητήσεις τους και τα απλά του αιτήματα. Η Φοίβη που ίσως είναι η μόνη την οποία παραδέχεται σαν υπόδειγμα ανθρώπου, ένα παιδί στο δημοτικό. Οι μικροί κοπανατζήδες που τους παίρνει με λίγες κουβέντες να τους δείξει κάτι από το μουσείο. Ο λόγος των μεγάλων ή των μικρομέγαλων παρεισφρύει παντού βέβηλος, κίβδηλος, επικίνδυνος. Μέχρι και στις προθήκες του μουσείου εμφανίζεται επαναληπτικά το "FUCK YOU" κι ο Χόλντεν που είναι βρωμόστομος ενοχλείται βαθειά. Δε θά'πρεπε να βρίσκονται τέτοιες λέξεις, τέτοια συνθήματα ασκήμιας μέσα στους παραδείσους των παιδιών.
Δεν απορώ που ο Σάλιντζερ χάθηκε αργότερα σωρεύοντας ένα μπαμπακένιο τείχος σιωπής τριγύρω του. Κι όσο πυκνότερο, τόσο περισσότεροι οι τυμβωρύχοι.
Labels: Life imitates Art, Literature, Δυικός
0 Comments:
Post a Comment
<< Home