Monday, October 19, 2009

Μπετόν ντεζαρμέ

Το δημοτικό νεκροταφείο στην Πάλμα όπου και η Άννα και ο Χανσπέτερ Χερτλ

"Από τον Μάρτιο ως τον Δεκέμβριο, γράφει ο Ρούντολφ, όπου σημειωτέον, κατάπια μεγάλες ποσότητες πρεντνισολόν..." κατ'αρχήν, σύμφωνα με τη μετάφραση του Αλ. Ίσαρη. Και "Έκλεισα τις κουρτίνες του δωματίου μου, γράφει ο Ρούντολφ, πήρα αρκετά υπνωτικά χάπια και ξύπνησα είκοσι έξι ώρες μετά, μέσα σε τρομερή αγωνία" εν κατακλείδι. Αυτές είναι και οι δύο μοναδικές παρένθετες αναφορές στον Ρούντολφ τριτοπρόσωπα (γράφει ο Ρούντολφ) για να νιώσουμε ότι πρόκειται για λαθραία ανάγνωση σημειωματαρίου. Όλα τα υπόλοιπα εκτυλίσσονται στο πρώτο πρόσωπο μιας χειμαρώδους καταγραφής, εξομολόγησης, μετάπτωσης από την κατηγόρια, στην καταγγελία, στη διαπίστωση, στη συγχώρεση, στον αυτο-οικτιρμό: σε όλα σχεδόν τα είδη ύφους που μετερχόμαστε στον εσωτερικό μονόλογο.
Μικρό σχόλιο οι λίγες γραμμές μου για του Τόμας Μπέρνχαρντ το αφήγημα με τον συνεπή τίτλο Μπετόν, (Thomas Bernhard, Beton, 1982). Το είχα ξαναρχίσει κάποια στιγμή όπως παραξενεμένος διαπίστωσα- θυμόμουν καλά την αρχή του. Δε μπορώ να φέρω στο νου για ποιον λόγο δεν το είχα αποτελειώσει. Σίγουρα δεν είναι από τα βιβλία που παρατάω, εκτός κι αν έπρεπε να ταξιδέψω ή κάτι επείγον μεσολάβησε, κάτι που δε θυμάμαι πάντως. Στις σελίδες του υποτιθέμενου σημειωματαρίου παρακολουθούμε το παραλήρημα του εύγλωττου μυαλού που ζει στην απομόνωση. Η βαριά αρρώστια (σαρκοείδωση), η έμφυτη ή διδακτή ροπή στην απόσταση, η σιχασιά για τα χούγια των ανθρώπων της "καλής κοινωνίας", η υπερπροστατευτική ή δεσποτική αδερφή του, το ψύχος και η ομίχλη του Πάισκαμ, του αυστριακού χωριού στο οποίο περνά ένα ομοίωμα ζωής, όλα τον περιτριγυρίζουν συμπαγή σαν καλούπι από μπετόν. Κοντά σ'αυτά και οι διαδοχικές αποτυχίες να συνθέσει μια μονογραφία (έργο ζωής;) πάνω στο έργο του Μέντελσον Μπαρτόλντυ.Απαξάπαντα τον ηχομονώνουν. Η διαφυγή στη Μαγιόρκα, για να περάσει εκεί τον τελευταίο ίσως χειμώνα του στην Πάλμα, δε δημιουργεί το ρήγμα σε τόσο σωρευμένο μπετόν δυσφορίας του ζειν. Έρχεται και αρκεί η ανάμνηση της ιστορίας ενός απόλυτα δυστυχισμένου πλάσματος, της Άννας Χερτλ, να τον αποτελειώσει. Η Άννα έψαχνε κι εκείνη ένα ρήγμα στο μπετόν των περιστάσεων. Στην αποτυχία των εμπορικών σχεδίων της, στην ενοχή για την πίεση που άσκησε στον άντρα της και στους περιορισμούς που έθεσε στα μητρικά της καθήκοντα. Κι όσο κι αν μίσησε την καλοκαιρινή Πάλμα, εντέλει βρήκε ακωλύτως το σαρκασμό της Μεσογείου στο μπετονένιο πολυόροφο μνήμα, στο οποίο επιτέλους χαράχτηκε και το δικό της όνομα.
Ο Μπέρνχαρντ ήταν σκληρό καρύδι. Στη διαθήκη που επιμελήθηκε τον πρόωρο θάνατό του και τα παρεπόμενα, απαγόρευε ρητά να επανεκδοθούν κείμενά του ή να παρουσιαστούν νέες σκηνοθεσίες έργων του επί αυστριακού εδάφους. Τίποτε πατριωτικότερο της ειλικρίνειας.

Labels: , ,

0 Comments:

Post a Comment

<< Home