Sunday, April 17, 2011

Δεν είναι ο θάνατος

Οι εκδημίες είναι δίχως τέλος, φαίνεται, αυτόν τον καιρό κι ίσως είναι η άνοιξη που τις κάνει να νιώθονται βαρύτερες. Τελευταία ο Ρασούλης, τώρα ο Παπάζογλου. Τα νέα με βρίσκουν ενόσω είμαι ακόμα μακριά κι όμως με κλονίζουν με καίριο χτύπημα στο στήθος. Όπως στις κονταρομαχίες που πίσω από την περικεφαλαία του σε σχήμα λευκής τίγρεως, ο άγνωστος Χ με το δόρυ του που είναι ντυμένο με υφάσματα ριγωτά χτυπά και ρίχνει καταγής τον αντίπαλο. Άρα τίποτα από όσα κανείς προσπαθεί να βάλει σε μεγάλην απόσταση, στο πέραν του κόσμου, δε θα καταφέρει να γλιτώσει. Περίπου όπως στην ιστορία "Υιός και λέων γεγραμμένος", βρίσκεται η αγκίδα από την κορνίζα και τον φαρμακώνει και του κακοφορμίζει τις αδυναμίες του ώσπου να γίνουν μοιραίες.
Το μαντήλι ήταν κόκκινο πάντα
Δεν είναι ο θάνατος, αυτός είναι όρος απαράβατος όπως η στροφορμή στην περιδίνηση και η αδράνεια στα φυσικά σώματα. Δεν είναι αυτός που τυραννεί. Αυτόν τον εκλογικεύεις ή τον σπρώχνεις στην ανεξέλεγκτη επικράτεια της υπερβατικής ελπίδας. "Πήγε με τα χρόνια του" ή "Παίρνει γρήγορα ο θεός αυτούς που αγαπάει" ή "Τουλάχιστον δεν πόνεσε", έχει τόσα έτοιμα ιατρικά η γλώσσα. Είναι όσα σου θυμίζουν εκείνα που συμφώνησες με τους δικούς σου ανθρώπους, πάνε πολλά χρόνια τώρα. Είναι οι φωνές μαχαίρια που άνοιγαν τις φλέβες με το ζωντανό αίμα για να γίνουμε αδερφοποιτοί. Προδώσαμε και προδοθήκαμε κατά το δυνατόν. Λιγόστεψαν οι δικοί μας άνθρωποι. Κάπου ξέμειναν. Κάποιο γράμμα μας μας επιστράφηκε ως ανεπίδοτο. Κάποιες γιορτές οργάνωσαν και δεν μας καλέσανε. Είτε θυμώσαμε είτε κατανοήσαμε, το θέμα είναι ότι κάπως κρυώσαμε κι απομακρυνθήκαμε κι οι φωνές μας γίναν πιο μακρινές ή καθώς πρέπει. Αλλά έρχονταν κάτι απρόσμενες τυχαιότητες, ένας οδηγός λεωφορείου που ακόμα επέμενε στις παλιές κασέτες, ένα αφιέρωμα κατά τα Χριστούγεννα ή το ραδιόφωνο στην εξάντληση του καλοκαιριού, μια νύχτα. Και τότε σάλπιζε η αναπνοή τον πανικό της ακούοντας αυτά τα άγια τραγούδια. Τι να απέγινε ο δείνα; Τι κατόρθωσε από τον όρκο μας; Πώς ανατρέφει τα παιδιά του; Τι να διάλεξε να θυμηθεί ή να ξεχάσει; Αυτοί οι λίγοι που ακούγονταν στα κασετόφωνά μας τότε, είναι οι μάρτυρες για όσα μας έδιναν χαρά, ευθύνη ή έσπρωχναν το δέρμα ένα χιλιοστό πιο πέρα από το φυσικό μας σχήμα. Είναι οι διακόπτες φωτοστεφάνου. Όταν φύγουν, η τέχνη τους δεν τελειώνει μα γίνεται πιο δύσκολη η χειρονομία της φωταψίας.
Δεν είναι ο θάνατος. Έτσι κι αλλιώς, τον διασχίζαμε πέρα ως πέρα περνώντας από τα κασετάδικα στην υπόγεια διάβαση κάτω από τη Θεολογική για να πάμε στα μαθήματα ή να βγούμε στο Συντριβάνι και να δούμε τι θα κάνουμε. Ήταν γεμάτη μνήματα αυτή η καταπακτή, ρωμαϊκά κι εβραϊκά. Στις καλοκαιρινές συναυλίες στο Θέατρο Δάσους απέφευγα τον Παπάζογλου, είχε τόσο κόσμο που δεν μπορούσα να υποφέρω το θόρυβό του, τους αναπτήρες και τις αλλοφροσύνες των οπαδών. Αλλά είχε τη θέση του κοντά μου, το στούντιο στην Τούμπα ήταν δίπλα μου. Κι ο ενοριακός μας ναός, ο Άγιος Θεράπων, αύριο θα δει το ξόδι του. Τι να ένιωσαν άραγε οι φίλοι που μέχρι τα τελευταία χρόνια ψιθύριζαν τους στίχους του Ρασούλη:
"Χαρά στον Έλληνα που ελληνοξεχνά
και στο Σικάγο μέσα ζει στη λευτεριά
εκείνος που δεν ξέρει και δεν αγαπά
σάμπως φταις κι εσύ καημένη
και στην Αθήνα μέσα ζει στη ξενιτιά";
Τίνος την απουσία;

Labels: , , , , ,

Friday, April 08, 2011

Όσους καταδολιεύτηκαν

-"Δεν έχουμε ειδήσεις μέχρι τη Δευτέρα."
-"Η τάδε κι ο δείνα εγκαταλείπουν την κυβέρνηση, το σχήμα καταρρέει."
-"Η πτώχευση έφτασε και θα τα χάσουμε όλα."
-"Hannibal ante portas."
Αυτά τα νέα μου φτάνουν ως αντήχηση περίπου κάθε φορά που συζητώ στο τηλέφωνο ή μέσα από την οθόνη του υπολογιστή, σειρά-σειρά, σε μια συζήτηση που κάποτε διανθίζεται με προσωπάκια που χαμογελούν ή σφίγγονται λυπημένα.
Όσους πάτησαν στο κινούμενο χώμα της παγίδας
κι όσους προτίμησαν να δουν στο μεγάλο δίχτυ την ομορφιά των παιχνιδιών του φωτός,
αυτούς σκέφτομαι.
Και δεν είναι μακριά, πάντα βρίσκω κάποιον αν κοιτάξω στον καθρέφτη. Είναι μια συστοιχία προσώπων που διατάσσεται πίσω από το είδωλο του προσώπου που αναγνωρίζουμε ως εαυτό. Αρκεί κάποτε ένας μοντέρνος ανελκυστήρας από εκείνους που έχουν αντικριστές επιφάνειες ανακλαστικές. Τότε, με τι έκπληξη πάντα, βλέπω το επ'άπειρον της μορφής μου. Κάποτε και στην οροφή τους βλέπω πώς με θωρούν τα δέντρα. Εκεί όμως χρειάζεται ψυχραιμία, να ξεχωρίσω ποιος απ'όλους αυτούς και για ποιους λόγους κάθε φορά διάλεξε να παίξει το ρόλο του ευεξαπάτητου. Ανοίγω τότε με προμελέτη χαρτονομίσματα που δείχνουν νεκρούς ως επί το πλείστον, γέφυρες σε άγνωστα ποτάμια, ναούς και προσκυνήματα, ανάκτορα σε τοπία που πολύ έχει στο μεταξύ η ζωή αλλοιώσει, επιγραφές σε άλλες γλώσσες, ιριδίζοντα σημάδια, αριθμούς. Ανοίγω αυτά τα ασήμαντα χαρτιά με τα αποτυχημένα χρώματα, που σιχαίνεσαι να τ'ακουμπήσεις κι ωστόσο πολλήν από τη ζωή σου έκλεψαν με την τακτοποιημένη λογική και τη νοικοκυροσύνη τους. Ενώ ετούτα τα ίδια όλην την αρρυθμία, την αναμπουμπούλα και την αθλιότητα των ζωών μας κατεργάζονται. Σκέφτομαι πόση διαστροφή μυαλού και φύσης απαιτείται για να χαθεί τόση ζωή μέσα από αναφορά σε "άυλες αξίες". Να δημιουργήσει κανείς ένα συμβολικό σύστημα όπου τρέχεις (και δε φτάνεις) για ένα χαρτί τυπωμένο, χωρίς καμιά πλοκή και λέξη της προκοπής επάνω του. Την υλική ασημαντότητα του σημαίνοντος τη διαπιστώνουμε σαν βρούμε σε στρώμα καταχωνιασμένα ή τυλιγμένα προσεκτικά (με την ευλάβεια που αρμόζει στα ιερά λείψανα) σ'ένα ύφασμα νομίσματα που αποσύρθηκαν πια από την κυκλοφορία. Μασούρια μεγάλα κι εύθραυστα της Οθωμανικής Τράπεζας, της Κατοχής δισεκατομμύρια, το γαλήνιο Ποσειδώνα ετοιμοπόλεμο, πιο πρόσφατων σειρών. Τα παιδιά αγαπούν να παίζουν τους μαγαζάτορες και να θησαυρίζουν σε ανύπαρκτη μονέδα. Τα προτρέπουμε χαμογελώντας, γιατί αντιλαμβάνονται επιτέλους το φροντιστήριο της "πραγματικής ζωής". Όμως ποιος τους μαθαίνει επί παραδείγματι ως αξία τα επίθετα που χαρακτηρίζουν τη θάλασσα στη λογοτεχνία μας; (αβαθής, αβυθομέτρητη, αγία, άγρια, αγριεμένη, αδάμαστη, αεικίνητη, ακοίμητη, ακύμαντη, ακύμων, αλμυρή, αμείλικτη, ατέρμων, κ.τ.λ.) Ποιος τους μαθαίνει να φτιάχνουν αξία, όταν σκοτεινιάσει;

Labels: , , ,

Monday, April 04, 2011

Παροιμιώδες

Λέει ο άλλοτε σώφρων κι άλλοτε αλλόφρων λαός:
"Του Απρίλη η βροχή, κάθε στάλα και φλουρί."
Φαίνεται ότι η ανοιξιάτικη βροχή πολύ βοηθούσε τις καλλιέργειες, ιδίως αν ερχόταν με μέτρο και σωστή κατανομή. Οι ρίζες μεγαλώνουν ακόμα και τρέφονται τα στελέχη των φυτών κι αργότερα με την υγρασία που τους απομένει θα δέσουν καλούς καρπούς ή σπόρους. Κάποτε σκέφτομαι ότι πολλές παροιμίες, ιδίως οι ουκ ολίγες που αναφέρονται στους μήνες, στις εποχές, στο χρόνο, έχουν αχρηστευτεί από την εγκατάλειψη της γνώσης που κουβαλούσαν. Κυρίως έχει ξεχαστεί η αγωνία της πρακτικής τους σοφίας που συνέδεε το μάτι του χρήσιμου ανθρώπου με τα επουράνια, τα δρολάπια, τις συννεφιές, τους πάγους, τις βροχές, την πάχνη και τη δρόσο. Ποιος νοιάζεται πια για των βοδιών την περπατησιά και της θάλασσας τα δώρα ή τις απαγορεύσεις; Όλα είναι κινητήρες και λιπάσματα τώρα, ατσάλινα κι άκαιρα.
Όμως οι προτάσεις αυτές έχουν ρυθμό, διάταξη ονομάτων (κυρίως ουσιαστικών) αξιομνημόνευτη, νοούμενες σχέσεις αιτιώδεις ή χρονικές που παριστάνουν τις αιτιώδεις. Έχουν μιαν ομορφιά. Δε θέλω να τις δω παρατημένες ολότελα. Τις βασανίζω να δω την αξία τους σ' ένα διαφορετικό πεδίο μέσω της μεταφοράς και νομίζω ότι μου κλείνουν το μάτι μερικές φορές.

Είναι η άνοιξη βάσιμα συνδεδεμένη με τη θάλλουσα νεότητα; Όλοι βιάζονται να νεύσουν χαρούμενοι. Αλλά δεν είναι και σπάνιο η ομορφιά και το σφρίγος στις κινήσεις να συνοδεύονται από ευμετάβλητες διαθέσεις, μιαν μονοδιάστατη σκέψη που προχωρά βανδαλίζοντας, την αδιαφορία για ό,τι θα απαιτούσε το δίκαιο του μέτρου και της ενσυναίσθησης. Με έχουν ζαλίσει όλες αυτές τις μέρες με τις καραμούζες και την άσχημη επίδειξή τους. Μεταμφιέστηκαν σε νομιμόφρονες και εθνιστές. Σέρνουν παντού μαζί τους τη σημαία και την κραδαίνουν, κορνάρουν σε αυτοσχέδιες τάχα διαδηλώσεις υποστήριξης του καθεστώτος. Μπροστά στο ρολόι του Πανεπιστημίου κάθε τρεις και πέντε τρέχουν με αφίσες του ηγέτη, με μιαν πανηγυριώτικη ηχητική εγκατάσταση που αυτοσχέδια τάχα βρίσκεται πάντα διαθέσιμη κι αρχίζουν έναν βαρετό ανέμπνευστο χορό επιδεικνύοντας τα μαντήλια τους και τα ίδια μονότονα τέσσερα βήματα.
Αλλά σήμερα ξημέρωσε με βροχή, σιγανή όπως την υπονοούν οι παροιμίες. Και ιδού το μέγα δώρο. Διάλειμμα στον πυρετό της ταυτότητας (που στην πραγματικότητα δε λέει να ξεκολλήσει από την υποθερμία). Ομπρέλες άνοιξαν. Τα κυπαρίσσια έριξαν αίφνης τη γύρη τους πυκνή και κίτρινη. Ξαναφάνηκαν οι μάλλινες ζακέτες και εξαφανίστηκαν τα γυαλιά του ηλίου που εδώ και κάποια χρόνια χρησιμοποιούνται ως αποκριάτικο προσωπείο ολοχρονίς. Και ναι, καθάρισε ο τόπος από ιδεασμούς. Του Απρίλη η βροχή, λοιπόν, κάθε στάλα και φλουρί.

Labels: , , , , ,

Saturday, April 02, 2011

Τυραννίς

φωτογραφία του L. Galanis από τη Σίφνο, άνοιξη
Ο Απρίλης είναι ο μήνας ο σκληρός, γεννώντας
Μες απ’ την πεθαμένη γη τις πασχαλιές, σμίγοντας
Θύμηση κι επιθυμία, ταράζοντας
Με τη βροχή της άνοιξης ρίζες οκνές.
Τ.Σ.Έλιοτ, Έρημη χώρα, μετάφρ.: Γ.Σεφέρη

Η ισημερία (παράξενο που άλλες γλώσσες της Δύσης προτιμούν τον όρο "ισονυκτία") είναι προάγγελος και τόσο πεινασμένοι είμαστε να γυρίσουμε λίγο το βλέμμα έξω από τον κύκλο των ανθρώπων και των έργων τους που καθιερώνουμε και τη μέρα της ποίησης τότε. Παρεμβάλλεται ολόκληρη χρονιά έπειτα και τη λησμονούμε. Ωστόσο είναι ο Απρίλιος που τραβάει τη γραμμή στα πράγματα, εκείνος που φουσκώνει τις ρίζες και φέρνει τα άνθη τολμηρά και τα πολλά τα χρώματα. Εκείνος που φέρνει τη βαθιά αναπνοή και τις ελπίδες. Τι είναι να συμβεί μέχρι το καλοκαίρι, τούτο δε διαφαίνεται.
Τον Απρίλιο ξεχωρίζει το φύλο στα αισθήματα, στην επιθυμία, στο σώμα.
ِΑυτουνού την εσθήτα φοράει η Άνοιξη του Μποτιτσέλι.
Τότε βγαίνουν και οι έγκλειστοι από το έρμο Μισολόγγι. Και μέσα στο θάμπωμα του μυαλού από τις αντιβαίνουσες πολυρυθμίες των αισθήσεων, κοιμάσαι ελεύθερος μα ξυπνάς από τα διαγγέλματα των τυράννων με το "ημείς, ημών, ημίν, ημάς".

Labels: , , ,